«Τα σκόρπια χαρτιά της Πηνελόπης»

Dante Gabriel Rossetti: «Πηνελόπη», 1869
Dante Gabriel Rossetti: «Πηνελόπη», 1869

(Το πορτρέτο της καλλιτέχνιδας σε νεαρή ηλικία)

Η είσοδος της Κατερίνας Αγγελάκη-Ρουκ (1939-2020) στα ελληνικά γράμματα πραγματοποιείται με το ποίημα «Μοναξιά» που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Καινούργια Εποχή (1956) του Τάσου Γουδέλη μαζί με το γνωστό γράμμα του Νίκου Καζαντζάκη. Η νεανική αγωνία συνδυάζεται με την εκφραστική τόλμη, καθώς και τον δυναμισμό του λόγου. Τα στοιχεία αυτά θα διοχετευτούν με επιτυχία στις επόμενες συλλογές της πρώτης περιόδου του έργου της. Από το βιβλίο Λύκοι και σύννεφα (1963) μέχρι Τα σκόρπια χαρτιά της Πηνελόπης (1977) παρουσιάζεται το πορτρέτο της καλλιτέχνιδας σε νεαρή ηλικία, αποκρυσταλλώνεται η ποιητική της μυθολογία και εξελίσσεται το προσωπικό της ύφος. Ιδιαίτερα πρωτότυπη είναι η ανάγνωση των μύθων (ο Βύτος και η Αλιείη, ο Μινώταυρος, ο Λάφικτος, η Ιφιγένεια, ο Μεγαλέξαντρος αποτελούν μερικά από τα προσωπεία που μεταχειρίζεται). Η Πηνελόπη μάλιστα ομολογεί: «δεν ύφαινα, δεν έπλεκα – ένα γραφτό άρχιζα, κι έσβηνα/κάτω απ’ το βάρος της λέξης». Πρόκειται λοιπόν μια παράδοση ποιητικής αφήγησης με τη γυναίκα-δημιουργό να καταστρέφει και να καταστρέφεται κάτω από το βάρος του λόγου. Η Αγγελάκη-Ρουκ αξιοποίησε και ανέπτυξε αυτή την δυναμική στο μέγιστο βαθμό. Η Β΄ Μεταπολεμική Γενιά στην οποία ανήκει εδραίωσε τη λεγόμενη «Γυναικεία ποίηση»,[1] μολονότι οι διακρίσεις τέτοιου τύπου δεν ισχύουν πάντα.

Η διαφορά οπτικής γωνίας πάντως γίνεται ορατή αν συγκριθεί η persona της ποιήτριας με εκείνη του συνομήλικου ιρλανδού ποιητή Seamus Heaney (1939-2013):


Η Πηνελόπη δούλευε με κάποια εγγύηση πλοκής.
Ό,τι και να ξεΰφαινε τη νύχτα, εν γένει
μπορούσε να την προχωρήσει κατά μία μέρα 

Seamus Heaney, Ο λιθοτρίφτης (μτφ.Γ.Π.Σαββίδης)



Το δημιουργικό έργο της Πηνελόπης συγκρίνεται αντιθετικά με το έργο του λιθοτρίφτη. Το δεύτερο αποτελεί μια σισύφεια ανακύκληση «σαν το κυμάτισμα που τελειώνεται μες στη σιωπή», ενώ το γυναικείο έργο προχωράει – έστω και λίγο – στο φως της ημέρας.[2] Η ποιήτρια αντιστικτικά αντιμετωπίζει τον λόγο σαν ένα παλίμψηστο που γράφει και γράφεται. Εντυπωσιακό είναι πάντως το γεγονός ότι ένας άλλος Ιρλανδός, ο Michael Longley (1939), μολονότι βαθιά ερωτικός και ομηρικός, δεν αναφέρει ούτε μια φορά το όνομα της Πηνελόπης στο δικό του ποίημα, «Δεντρόσπιτο», εμπνευσμένο από τη γνωστή σκηνή της αναγνώρισης των δύο συζύγων. (Ούτε στα άλλα ποιήματα της συλλογής Το χταπόδι του Ομήρου, εκείνα που έχουν μεταφραστεί, τουλάχιστον). Ο ποιητής χρησιμοποιεί μόνο τον τυπικό χαρακτηρισμό της πιστής συζύγου.[3] Ο ίδιος μύθος λοιπόν γίνεται αντικείμενο τριών διαφορετικών αναγνώσεων από τους τρεις ομοτέχνους. Σχηματικά μπορεί να λεχθεί ότι ο Οδυσσέας/άνδρας εκπροσωπεί τον ηρωισμό, ενώ η Πηνελόπη/γυναίκα την αντιηρωική μορφή.

Σωματοποίηση του λόγου («Το σώμα είναι η Νίκη των ονείρων»), μονόλογος-διάλογος με τον αναγνώστη, ισχυρές αντιθέσεις, εικόνες και μεταφορές χαρακτηρίζουν την ποίηση της Αγγελάκη-Ρουκ. Ένα είναι το θέμα της: ο έρωτας σε σχέση με τον χρόνο και τον θάνατο. Η Πηνελόπη συμπυκνώνει στο πρόσωπό της και τα τρία στοιχεία με μια πρωθύστερη πλατωνική αντίληψη: «Το πάθος μοιάζει να έρχεται/από την αλχημεία του πάγου/μια κρυάδα που κρατάει/αμοίραστο τον πόνο/και την ουσία του καλού/τόσο βαθιά θαμμένη». Εξίσου ενδιαφέρον είναι και «Το πρόσωπο στον έρωτα», το οποίο μεταφέρει τον μύθο του πλατωνικού Σπηλαίου («Αυτό το λίγο φως/κρυμμένο στο παγιδευμένο/πρόσωπο»). Αναφέρεται στην αποθέωση της δύναμης του βλέμματος. «Μια στιγμή ακινητοποιείται, το θαυμάσιο τρέμουλο μιας στιγμής, όταν η πλήρωση γίνεται καπνός, όταν μια σιωπηλή παρουσία γίνεται απουσία».[4] Η εικονοποΐία εκτυλίσσεται μπροστά στα μάτια του αναγνώστη και προσφέρει ενότητα στις στιγμές που περνούν σαν σε καλειδοσκόπιο. Το φθαρτό έργο (¨Τα σκόρπια χαρτιά») απαθανατίζεται χάρη στην ουσία του, που είναι ο Έρωτας. Τα συστατικά του αποτελούν ο πόνος και το καλό (το Ωραίο). Μορφές του ερωτικού μύθου, ο λύκος, η τίγρη, η Μαγδαληνή. Το επέκεινα συμπυκνώνεται στα Ερωτικά του μεταθανάτου. Σύμφωνα όμως με την ποιήτρια «Το εγώ δεν αντέχει στην ιδέα του θανάτου».

Στην πρώτη περίοδο του έργου της, η Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ έχει ήδη αναπτύξει τα βασικά θέματα και τις τεχνικές που θα εξελιχθούν στη συνέχεια (1977κε). Στόχος της είναι η κατάκτηση του Καλού που αποτελεί την ουσία του Έρωτα. Αυτός συνδυάζει το ουράνιο και το γήινο. Η παρουσία συνδέεται με την ύλη, το χώμα, τις λέξεις και τα πράγματα. Η απουσία με το σύμβολο, τη σημασία και την έννοια. Με μια φιλοσοφική διάθεση ο αναγνώστης θα μπορούσε να διακρίνει «ότι πρόκειται για στοιχειώδη και αναλλοίωτα δεδομένα της ερμηνευτικής, δηλαδή για την ίδια την πράξη της ερμηνείας, που ταλαντεύεται μεταξύ μιας προϋπάρχουσας γνώσης, η οποία επιτρέπει το συνδυαστικό παιχνίδι και τις ατομικές συνθέσεις, και του κειμένου του ίδιου».[5] Το κείμενο αυτό μετασχηματίζεται στα Σκόρπια χαρτιά της Πηνελόπης, ένα παλίμψηστο που εξελίσσεται σε ατομική – και προγραμματική – σύνθεση.

ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: