____________________
ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΝΕΩΝ ΕΡΕΥΝΗΤΩΝ «Ο ΜΑΡΙΟΣ ΠΟΝΤΙΚΑΣ ΣΤΟΝ 21ο ΑΙΩΝΑ» (2023)
_______________________
____________________
ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΝΕΩΝ ΕΡΕΥΝΗΤΩΝ «Ο ΜΑΡΙΟΣ ΠΟΝΤΙΚΑΣ ΣΤΟΝ 21ο ΑΙΩΝΑ» (2023)
_______________________
Από τον χώρο στον τόπο. Μια συνεχής αναμέτρηση
Ο Αρχύτας ο Ταραντινός υποστηρίζει πως τα σώματα είτε υπάρχουν επειδή υπάρχουν σ' έναν τόπο είτε δεν υπάρχουν, αν δεν υπάρχουν σ' έναν τόπο. Η σημασία του τόπου και η σύνδεσή του με την έννοια της ύπαρξης ήταν βαθιά ριζωμένη στην ιστορία της φιλοσοφίας. Ο Αριστοτέλης δέχεται πως χωρίς την ύπαρξη του τόπου δεν μπορεί να συμβεί οποιαδήποτε μεταβολή,[1]
ενώ επισημαίνει πως δύο είναι ο ελάχιστος αριθμός των τόπων,[2]
γεγονός που είναι συμβατό με την κοσμολογία του βιβλίου της Γενέσεως. Μελετώντας τον τόπο τόσο από την πλευρά του φυσικού όσο και από την πλευρά του φαινομενολόγου ο Αριστοτέλης εστιάζει στον θεμελιώδη προβληματισμό κατά ποιόν τρόπο υπάρχει ένας τόπος. Ο τόπος χαρακτηρίζεται διακριτός, με τη δική του ισχύ, ενώ γίνεται αντιληπτός με διαφορετικό τρόπο ανάλογα με τη θέση του σώματός μας.
Παρομοιάζει τον τόπο με δοχείο, δηλαδή ως αναλλοίωτο, οριακό σύνορο με την ιδιότητα του περιέχειν.[3]
Οι επιστήμονες του 17ου αιώνα υποβιβάζουν την έννοια του τόπου σε αυτή της τοποθεσίας, δηλαδή ενός σημείου ή ενός συνόλου σημείων, ενώ η κίνηση, μια βασική έννοια στην Ιστορία της Επιστήμης, μελετάται στο πλαίσιο του χώρου. Ο Gassendi διακρίνει τις διαστάσεις σε σωματικές και χωρικές: οι μεν σωματικές προσδιορίζονται ως προς κάποιο σώμα, οι δε χωρικές αποτελούν χαρακτηριστικό γνώρισμα του χώρου μέσω της μέτρησης. Η μετρησιμότητα εφοδιάζει τον χώρο με τις ιδιότητες της ισομετρικής και ισοτροπικής δομής. Με τον τρόπο αυτόν δημιουργείται μια διάκριση μεταξύ τόπου και χώρου, καθώς ο τόπος είναι πεπερασμένος, μεταβαλλόμενος και σχετικός, ενώ ο χώρος είναι άπειρος, αμετάβλητος και απόλυτος. Ο Νεύτων θέτει και πάλι την προβληματική του τόπου. Καθώς η απολυτότητα του χώρου δεν επιτρέπει στις αισθήσεις μας να γίνει αντιληπτός ο χώρος, μελετάμε την κίνηση σε σχετικούς τόπους στους οποίους η μέτρηση μπορεί να είναι εφικτή. Αυτοί οι σχετικοί χώροι είναι μια διαφορετική διατύπωση των τόπων. Ο Καρτέσιος διακρίνει δύο είδη χωρικών δομών: τους εσωτερικούς και τους εξωτερικούς τόπους.[4]
Ο εσωτερικός τόπος είναι ισοδύναμος με τον όγκο που καταλαμβάνει ένα σώμα και προσδιορίζεται από το μέγεθος και το σχήμα του.[5]
Ο εξωτερικός τόπος συνδέεται με τη συνθήκη υπό την οποία βρίσκονται διαφορετικά σώματα. Κατά την καρτεσιανή θεώρηση ο εσωτερικός τόπος συνδέεται με τον χώρο, ενώ ο εξωτερικός τόπος με τη διακριτή έννοια του τόπου που μελετάμε, καθώς κατ' αυτόν, όταν ένα σώμα βρίσκεται σ' έναν συγκεκριμένο τόπο σημαίνει πως βρίσκεται εντός μια συγκεκριμένης συνθήκης ως προς άλλα σώματα.
Ο Καντ φέρνει τον τόπο και πάλι στο προσκήνιο αναδεικνύοντας τη σημασία αυτής της δομής ως προς το ανθρώπινο σώμα. Ο Αριστοτέλης είναι ο πρώτος που αναφέρεται στη διαφορετική πρόσληψη του τόπου ανάλογα με τη θέση του σώματος, ως προς τις κύριες διευθύνσεις του ορίζοντα, όμως ο Καντ είναι αυτός που εστιάζει στα πρώτα δεδομένα της εμπειρίας. Κατά τον Καντ το σώμα είναι ο σύνδεσμος μεταξύ της πρόσληψης ενός στοιχείου Α και του τόπου μέσα στον οποίο βρίσκεται. Το ανθρώπινο σώμα ευθύνεται για την κατευθυντήρια πρόσληψη του τόπου λόγω της ύπαρξης ζευγών, όπως τα μάτια, τα αυτιά ή τα χέρια καθώς και λόγω των δύο πλευρών, της πλευράς του θώρακα και της πλευράς της πλάτης. Η ατελής αμφιπλευρικότητα, όπως και η ατελής συμμετρία του σώματος, επικαιροποιούν τη σημαντικότητα μιας κυρίας κατεύθυνσης. Για παράδειγμα ο αριστερόχειρας έχει διαφορετικό κύριο χέρι από τον δεξιόχειρα, όπως και ο διαφορετικός βαθμός μυωπίας μεταξύ των ματιών ορίζει το ανάλογο κύριο μάτι. Συνεπώς, τα στοιχεία ενός τόπου δεν είναι προσανατολισμένα από μόνα τους αλλά μέσω της δικής μας παρέμβασης.[6]
Το ανθρώπινο σώμα είναι ένα ολικό γεγονός. Η σωματική πρόσληψη εμπεριέχει την επανάληψη του περιβάλλοντος κόσμου. Οι θησαυροί του παρελθόντος διαχέονται μέσα στις παροντικές καταστάσεις. Ο Καντ τονίζει την έννοια της συμμετοχικότητας μέσα από τις αισθήσεις μας: το σώμα προσλαμβάνει το στοιχείο Α ως προς τα μέρη του καθώς και το Α ως προς έτερα στοιχεία Β, Γ, κτλ. Το σώμα είναι ο συνδετικός κρίκος του εδώ και του εκεί: το εδώ ορίζεται από το σώμα μας και το εκεί από το απέναντι μας. Ένα πράσινο στοιχείο δεν προσλαμβάνεται απλώς στο εδώ ή στο εκεί, αλλά είναι παρόν ως προς την τροπικότητα της τοποθεσίας του.
Ο Husserl υποστηρίζει πως η χρονική εμπειρία συνυπάρχει με τη χωρική. Για παράδειγμα η ανακράτηση και η προκράτηση ως ορίζοντες του παρόντος είναι άρρηκτα συνδεδεμένες με τους χωρικούς ορίζοντες.[7]
Το ανθρώπινο σώμα έχει διττή φύση: το φυσικό σώμα (Körper) και το ζων σώμα (Leib). Το ζων σώμα ορίζει τα όρια του Εγώ και του Εδώ, τα οποία φέρει συνεχώς μαζί του. Ο Husserl συμπορεύεται με τον Καντ ως προς την ύπαρξη του ριζώματος των έξι βασικών κατευθύνσεων στο ανθρώπινο σώμα.. Το σώμα γίνεται το σημείο 0 του καρτεσιανού συστήματος συντεταγμένων. Ο Husserl δεν κάνει διάκριση μεταξύ του τόπου (Ort) και της τοποθεσίας (Lage), καθώς χρησιμοποιεί και τους δύο όρους παράλληλα. Θα περάσουν αρκετά χρόνια μελέτης για να αναφερθεί ο όρος ζων τόπος, αφού πρώτα ορίσει έναν ενδιάμεσο τόπο, τον οπτικό – απτικό τόπο (Serhraum), μεταξύ του αντικειμενικού τόπου και του ζώντος σώματος. Η πρόσληψη του τόπου προαπαιτεί την κιναισθησία, δηλαδή την εσωτερική εμπειρία του σώματος που κινείται ή που ηρεμεί, καθώς κινείται ή καθώς ηρεμεί. Καθώς κινώ το σώμα μου με έναν συγκεκριμένο τρόπο, αλλάζει και ο τρόπος με τον οποίο αντιλαμβάνομαι τα στοιχεία του τόπου. Ο Husserl χρησιμοποιεί και τον όρο εγγύς σφαίρα, η οποία περιλαμβάνει τον τόπο στον οποίο βρίσκομαι ή τον τόπο στον οποίο μπορώ να κινηθώ, εν αντιθέσει με την απώτερη σφαίρα που ορίζεται από τους τόπους που δεν έχω άμεση πρόσβαση.[8]
Ο Bachelard αναφέρεται στον τόπο μέσω της ποιητικής εικόνας. Η ποιητική εικόνα είναι μια προεξοχή στον τόπο που τη φιλοξενεί, δηλαδή στην ψυχή. Ο τόπος δεν αντιμετωπίζεται κατά την αριστοτελική προσέγγιση του δοχείου αλλά ως επιφάνεια που αντανακλά τα στιγμιαία ερεθίσματα, όπως ο μαύρος ουρανός φωτίζεται από την αστραπιαία εμφάνιση ενός διάττοντος αστέρος. Κατά τον Bachelard η ψυχή έχει τη δική της χωρικότητα, τη δική της επιφάνεια και το δικό της βάθος, μέσα στο οποίο μπορεί να αγγίξει μια ποιητική εικόνα, πριν εναποτεθεί στην επιφάνεια.[9]
Ένας τρόπος για να μελετηθεί το στίγμα των εικόνων είναι η τοποανάλυση που στηρίζεται στην ψυχολογία, την ψυχανάλυση και τη φαινομενολογία. Μέσω της τοποανάλυσης περιορίζεται η κυριαρχία του χρόνου, καθώς ο τόπος είναι η μορφή της αίσθησης. Στις μη αριθμήσιμες κυψελίδες του τόπου περιέχεται ο χρόνος. Ο Bachelard χρησιμοποιεί τη δομή του σπιτιού, για να περιγράψει τον τόπο της ψυχής. Η δυναμική του σπιτιού δε σχετίζεται με το μέγεθος, αλλά με την ένταση της εμπειρίας μέσα σ' αυτό, ενώ η εξερεύνηση του σπιτιού δε γίνεται με όρους της αρχιτεκτονικής και της γεωμετρίας αλλά με όρους της μνήμης, του ονείρου και της φαντασίας. Το σώμα και πάλι αποκτά κυριαρχικό ρόλο, καθώς είναι αυτό που κατοικεί στο σπίτι. O Bachelard μελετά το σπίτι ως ανάλογο του ανθρωπίνου σώματος. Ενδιαφέρουσα είναι η προσέγγιση του για το μέσα καθώς δε συνδέεται με την ιδιότητα του περιέχεσθαι αλλά με την ιδιότητα της διαμονής. Παράλληλα το μέσα και το έξω δεν αποτελούν ένα δίπολο, καθώς δεν υπάρχουν όρια, κατά τη γεωμετρική έννοια, αλλά πορώδη σύνορα που μετατρέπουν την πορεία από το ένα στο άλλο σε διάνυσμα. Μέσα στο σπίτι δημιουργούνται επιμέρους υπο-τόποι που αποτελούν τη μινιατούρα ολόκληρου του κόσμου. Συνεπώς, μέσω της διαμονής ο άνθρωπος μεταφέρεται στην απεραντοσύνη του χώρου, ο τόπος δεν αποτελεί μέρος του χώρου, αλλά υπερσύνολό του. Η οικειότητα αμβλύνει τις διαφορές του τόπου και του χώρου, καθώς μέσω της διαμονής η μία δομή εμβαπτίζεται μέσα στην άλλη.
Κατά τον Merleau-Ponty, ο τόπος αντιμετωπίζεται ως ένα διάνυσμα πιθανών δράσεων.[10]
Το σώμα είναι αυτό που ζει σε μια ροή δυνατών όγκων, που προσδιορίζονται από τις συνθήκες και τις δράσεις. Δεχόμενος τη διάκριση της καντιανής θεώρησης πως το σώμα διαχωρίζεται σε φυσικό σώμα (Korper) που λειτουργεί ως γαλιλαϊκό σώμα που υπόκειται στους νευτώνειους νόμους της κίνησης και στο ζων σώμα (Leib), δηλαδή στο σώμα που κινείται σ' έναν τόπο, ο Merleau-Ponty υποστηρίζει ότι το ζων σώμα δεν εκτελεί τυχαίες κινήσεις αλλά κινήσεις που οφείλονται στη σωματική προθετικότητα. Το ζων σώμα είναι το φυσικό υποκείμενο της αντίληψης.[11]
Οι Deleuze και Guattari με αφορμή τις συνθέσεις του Pierre Boulez διακρίνουν τους τόπους σε γραμμικούς και ομαλούς.[12]
Οι γραμμικοί τόποι χαρακτηρίζονται από σταθερά σχήματα, με μεγάλο βαθμό ομοιογένειας, που επιτρέπουν τη μέτρηση σημείων ως τοπολογικές μονάδες. Η κίνηση σ' αυτούς τους τόπους γίνεται μεταξύ καρτεσιανών σημείων, μέσω καλώς ορισμένων διαδρομών. Σε αντίθεση με τους γραμμικούς τόπους, οι ομαλοί τόποι χαρακτηρίζονται από ασυνέχειες στην ομοιογένεια. Πρόκειται για τόπους γεμάτους ποιοτικές πολλαπλότητες, οι οποίοι στερούνται σημείου αναφοράς.
Ο Michel Foucault αναπτύσσει την έννοια της ετεροτοπίας έχοντας ως έναυσμα ένα απόσπασμα από βιβλίο του Jorge Luis Borges, στο οποίο ο Αργεντινός λογοτέχνης κατηγοριοποιεί τα ζώα που βρίσκονται σε μια φανταστική κινέζικη εγκυκλοπαίδεια. Εντοπίζει ορισμένες χωροταξίες οι οποίες έχουν «την παράξενη ιδιότητα να σχετίζονται με άλλες χωροθεσίες, με τέτοιο τρόπο ώστε να αναστέλλουν, να εξουδετερώνουν ή να αντιστρέφουν το σύνολο των σχέσεων που περιγράφονται, αντικατοπτρίζονται ή αντανακλώνται μέσα από αυτές».[13]
Εντοπίζει δύο τύπους «άλλων» τόπων: τις ουτοπίες και τις ετεροτοπίες. Οι ουτοπίες είναι χωροθεσίες χωρίς πραγματικό τόπο που διατηρούν με τον πραγματικό χώρο μια γενική σχέση άμεσης ή αντεστραμμένης αναλογίας.[14]
Οι ετεροτοπίες διέπονται από τις ακόλουθες αρχές:
1. Σε όλους τους πολιτισμούς δημιουργούνται ετεροτοπίες. Για παράδειγμα στις πρωτόγονες κοινωνίες καταγράφονται ως ετεροτοπίες οι τόποι ενηλικίωσης των αγοριών, οι τόποι της εμμηνόρροιας των κοριτσιών, οι τόποι της λοχείας ή οι τόποι των ηλικιωμένων. Πρόκειται για τόπους προνομιακούς ή ιερούς ή απαγορευμένους. Επιπλέον δίνονται παραδείγματα ετεροτοπιών, όπως οι στρατώνες ή τα κολέγια του 19ου αιώνα, αλλά και τα γαμήλια ταξίδια του 20ού αιώνα. Στην εποχή μας οι ετεροχρονίες κρίσης αντικαθίστανται από τις ετεροτοπίες της απόκλισης, όπως για παράδειγμα τα άσυλα των απόρων (οικονομική απόκλιση), οι ψυχιατρικές κλινικές (ψυχική απόκλιση), οι φυλακές (κοινωνική απόκλιση), τα νοσοκομεία (βιολογική απόκλιση) ή τα γηροκομεία (ηλικιακή απόκλιση).[15]
2. Μια κοινότητα μπορεί να θέτει σε λειτουργία μία ετεροτοπία με διαφορετικούς κανόνες ανάλογα με την ιστορική περίοδο ή την εποχή. Ως παράδειγμα αναφέρει τα κοιμητήρια, τα οποία κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνα ήταν τοποθετημένα στο κέντρο της πόλης, ενώ στους μετέπειτα χρόνους, λόγω των ασθενειών και της διαφορετικής θεώρησης ως προς τους νεκρούς, τα κοιμητήρια μεταφέρθηκαν στα περίχωρα.
3. Η ετεροτοπία μπορεί να συμπαραθέτει πολλούς χώρους που φαινομενικά είναι ασύμβατοι. Ως παραδείγματα αναφέρει τους κινηματογράφους, τα θέατρα, τους κήπους και τα περσικά χαλιά.
4. Οι ετεροτοπίες διανοίγονται στον χρόνο. Τέτοιοι τόποι είναι τα κοιμητήρια, τα μουσεία και οι βιβλιοθήκες, τόποι στους οποίους ο χρόνος συσσωρεύεται.
5. Οι ετεροτοπίες προϋποθέτουν ένα σύστημα διάνοιξης και περίκλεισης που τις απομονώνει και συγχρόνως τις καθιστά διαπερατές. Ως παραδείγματα ετεροτοπιών αναφέρονται οι στρατώνες, οι φυλακές, τα μουσουλμανικά λουτρά.
6. Οι ετεροτοπίες συσχετίζονται με τον περιβάλλοντα χώρο, μέσω κάποιας λειτουργίας. Τέτοιου είδους ετεροτοπίες είναι οι οίκοι ανοχής, οι πουριτανικές κοινότητες και οι αποικίες των Ιησουιτών.
Ο Derrida συνδέει την αρχιτεκτονική των τόπων με το κείμενο. Χτίσιμο σημαίνει συγγραφή ενός κειμένου. Σύμφωνα με τον μεγάλο διανοητή ο τόπος είναι η δομή που δημιουργεί πιθανούς χώρους. Ο τόπος αναζητά τα ίχνη και τα ίχνη των ιχνών,[16]
τόσο από το παρελθόν, όσο και από το μέλλον και ενοποιεί το παρελθόν και το μέλλον σ' ένα παρόν που υποδέχεται δράσεις σε εκκρεμότητα, δράσεις επιθυμίας, δράσεις ανείπωτες.
Μια πρόσθετη πηγή πληροφοριών για τους τόπους αποτελεί η επιστήμη της ανθρωπογεωγραφίας. Πρόκειται ίσως για τον επιστημονικό κλάδο που προσφέρει τον πιο συμπαγή πυρήνα χαρακτηριστικών του τόπου. Ο Edward Relph υποστηρίζει πως «το να είσαι άνθρωπος σημαίνει πως ζεις σ' έναν κόσμο γεμάτο από ιδιαίτερους τόπους: το να είσαι άνθρωπος σημαίνει πως έχεις και γνωρίζεις τον τόπο σου».[17]
Ο Fred Lukermann σημειώνει πως η γνώση του τόπου είναι ένα απλό συμβάν της εμπειρίας, υιοθετώντας τη φαινομενολογική προσέγγιση.[18]
Ο διακεκριμένος γεωγράφος αναφέρεται στα τέσσερα βασικά χαρακτηριστικά του τόπου:[19]
1. Η θέση, η οποία σχετίζεται με τη χωροταξία
και την τοποθεσία. Η μεν χωροταξία μελετά τα εσωτερικά χαρακτηριστικά
του τόπου και η δε τοποθεσία αναλύει την εξωτερική συνδεσιμότητα του
τόπου με άλλους τόπους.
2. Η ιστορική
συνιστώσα, η οποία είναι απαραίτητη για τη μελέτη του τόπου, καθώς
περιλαμβάνει τις χρονικές συνέχειες και ασυνέχειες, τις αλλαγές και τα
γεγονότα που συμβαίνουν στον τόπο.
3. Η
τοπικότητα, η οποία μελετά τον τόπο ως μέρος ενός μεγαλύτερου συνόλου ως
προς το βαθμό συνδεσιμότητας με το υπερσύνολο και ως προς το βαθμό
διακριτότητας από τους άλλους τόπους. Ως προς την τοπικότητα σημαντικό
ρόλο διαδραματίζει η επιλογή του σημείου και του συστήματος αναφοράς.
4.
Η σημασία, η οποία αποδίδεται στον τόπο από τους
ανθρώπους, καθώς οι δράσεις του προσδίδουν στον τόπο έναν μοναδικό
χαρακτήρα.

Το κύριο γεγονός και το γεγονός εξόδου του Ανατόλι Βασίλιεφ
Το κύριο γεγονός, το γεγονός εξόδου και η ετιούντ αποτελούν τρία από τα βασικότερα μεθοδολογικά εργαλεία στη διδασκαλία του Ανατόλι Βασίλιεφ. Το γεγονός εξόδου αποτελεί μια κοινή, κατάσταση για όλα τα δραματικά πρόσωπα αλλά και για τους ανθρώπους επί σκηνής. Σχηματικά πρόκειται για έναν κύκλο μέσα στον οποίο βρίσκονται τα πρόσωπα, φέροντας μαζί τους το εγγύς παρελθόν τους και συνεπώς είναι εφοδιασμένοι με το αίτιο ή τα αίτια που τα φέρνουν στην κοινή κατάσταση.[20] Στον αρχικό κύκλο του γεγονότος εξόδου παράγονται οι συγκρούσεις οι οποίες είναι δύο ειδών: σύγκρουση από το πρόσωπο Α με τον εαυτό του, καθώς ο λόγος που τον φέρνει στον κύκλο μπορεί να μην είναι αρκετός ή να διαφοροποιηθεί, οπότε οδηγείται στην έξοδο του κύκλου, και σύγκρουση του προσώπου Α με το πρόσωπο Β, καθώς οι λόγοι που τους φέρνουν στον κύκλο μπορεί να είναι ασύμβατοι.[21]
Το γεγονός εξόδου είναι μοναδικό και επιτρέπει το μετασχηματισμό της σύγκρουσης σε δράση μέσω του κύριου γεγονότος. Το κύριο γεγονός είναι επίσης μοναδικό[22]
και αποτελεί το οριστικό τέλος του γεγονότος εξόδου.[23]
Το κύριο γεγονός επιτρέπει την επανασύσταση του γεγονότος εξόδου, προτείνει τις σωστές αρχικές συνθήκες που μοιραία θα οδηγήσουν στο τέλος. Αυτή η διαδικασία είναι η ετιούντ.[24] Το κύριο γεγονός αλλάζει τη στάση των προσώπων και αντανακλάται σε όλες τις πράξεις. Πρόκειται για το σημείο της μεταμόρφωσης και της αλήθειας.[25]
Η εντροπία[26]
Η έννοια της εντροπίας αποδίδεται στον Clausius, ο οποίος το 1860 την όρισε με τον γνωστό τύπο της Θερμοδυναμικής ως το πηλίκο της θερμότητας που εισέρχεται στο σύστημα από το περιβάλλον του κατά τη διάρκεια μιας μεταβολής ως προς τη θερμοκρασία κατά την οποία τελείται η συγκεκριμένη μεταβολή. Κατά τη δεύτερη αρχή της Θερμοδυναμικής η εντροπία συνεχώς αυξάνει σε οποιαδήποτε διαδικασία, μέχρι να προσεγγίσει ασυμπτωτικά μια τιμή μέχρι τη θέση ισορροπίας. Ο Boltzmann παρουσίασε τον αντίστοιχο τύπο της εντροπίας για τη Στατιστική Μηχανική ως το ανάλογο του αριθμού των δυνατών μοριακών καταστάσεων που είναι συμβατές με το αποτέλεσμα της παρατήρησης της μεταβλητής. Σύμφωνα με τη Θεωρία Πληροφορίας οι Hartley, Wiener και Shannon συνέδεσαν την εντροπία με την πληροφορία ενός γεγονότος. Η πληροφορία του γεγονότος-μηνύματος αποτελεί μια εκτίμηση της αβεβαιότητας που αίρεται μετά την πρόσληψη του μηνύματος-παρατήρησης του γεγονότος. Όσο πιο μεγάλη είναι η πιθανότητα να συμβεί ένα γεγονός, τόσο πιο μικρή είναι η πληροφορία που απαιτείται για την πρόσληψή του, άρα αντίστοιχα μικρή είναι και η εντροπία.

Η εφαρμογή στο κείμενο των Θεατών
Κατά την ανάλυση του κειμένου χρησιμοποιήθηκαν οι λεκτικές τροπικότητες και οι κινητικές δράσεις ως καταλύτες αύξησης της εντροπίας. Για τους στόχους της μελέτης γίνεται παράλληλη μελέτη στα δύο δωμάτια, σε δύο διαγράμματα, με τις σελίδες του κειμένου ως μεταβλητή στον οριζόντιο άξονα και με το μέτρο της εντροπίας ως μεταβλητής στον κάθετο άξονα (βλ. Διάγρ. 1). Για την ανάλυση της εντροπίας καταγράφονται ξεχωριστά τα ευρήματα σε κάθε ένα δωμάτιο ξεχωριστά και στη συνέχεια γίνεται συγκριτική καταγραφή.

Διάγραμμα 1: Εντροπική ανάλυση των Θεατών σε διπλό διάγραμμα. Στο πάνω διάγραμμα καταγράφεται η εντροπική μεταβολή στο 2ο δωμάτιο ενώ στο κάτω διάγραμμα η εντροπική μεταβολή στο 1ο δωμάτιο.
Για τις ανάγκες της μελέτης έχουν χρησιμοποιηθεί όροι του διαφορικού λογισμού για την περιγραφή της χρονικής εξέλιξης της γραφικής παράστασης της εντροπίας με μεταβλητή τον χρόνο. Για τη σχηματική περιγραφή της εντροπικής αύξησης χρησιμοποιείται η κυρτότητα σε αύξουσες συναρτήσεις. Η κοίλη συνάρτηση περιγράφει την εντροπική αύξηση με μεγάλο ρυθμό αύξησης, ενώ η κυρτή χρησιμοποιείται για την εντροπική αύξηση με μικρότερο ρυθμό αύξησης. Για τις περιπτώσεις που μεταβάλλεται η κυρτότητα εκατέρωθεν ενός σημείου χρησιμοποιείται το σημείο καμπής, ενώ για τις περιπτώσεις όπου διατηρείται η κυρτότητα αλλά χρειάζεται μια σχετική ομαλοποίηση της καμπύλης χρησιμοποιούμε το γωνιακό σημείο.
Ξεκινώντας με το δεύτερο δωμάτιο, που βρίσκεται στο πίσω επίπεδο (βλ. Εικ.1), η εντροπία αυξάνει ομαλά από την αρχή του κειμένου, καθώς παρουσιάζονται οι πρώτες πληροφορίες για τα δραματικά πρόσωπα.

Στη σελ. 10 η γυναίκα εστιάζει σ' ένα ψαλίδι γεγονός που προσφέρει μια νέα πληροφορία συνεπώς γίνεται μια επανακανονικοποίηση (renormalization) στον ρυθμό αύξησης. Στη σελ. 14 η γυναίκα θυμώνει γεγονός που απαιτεί μια ραγδαία αύξηση της εντροπίας, καθώς αλλάζει η προθετικότητα του προσώπου, συνεπώς παρουσιάζεται ένα σημείο καμπής. Στη σελ. 28 η γυναίκα δηλώνει πως θέλει να πεθάνει. Η εντροπία πρέπει να αλλάξει το ρυθμό μεταβολής της συνεπώς εμφανίζεται ένα δεύτερο σημείο καμπής. Μετά από μία σελίδα ο άνδρας περιγράφει τον τρόπο που θέλει να πεθάνει. Εδώ υπάρχει ένα τρίτο σημείο καμπής. Αξίζει να αναφερθεί πως το mirror-staging του θανάτου τελείται σε σύντομο χρονικό διάστημα, μόλις με μία σελίδα διαφορά, γεγονός που επιτρέπει την ομαλή παρουσίαση ενός άλλου τόπου, αυτού του ονείρου στη σελ. 31. Στο διάγραμμα χρησιμοποιείται η δομή της ασυνέχειας για να δηλωθεί ο τόπος αυτός. Στη σελ. 33 γίνεται ένα δεύτερο mirror-staging με την εστίαση και πάλι στο ψαλίδι. Η τεχνική του mirror-staging στο κείμενο των Θεατών λειτουργεί ως προβολή του κύριου γεγονότος μέσα στο κείμενο. Στη σελ. 40 εντοπίζεται το κύριο γεγονός με τη δολοφονία του άντρα και την αυτοκτονία της γυναίκας. Μετά το κύριο γεγονός η εντροπία ακολουθεί ασυμπτωτική πορεία με ασύμπτωτη μια οριζόντια στάθμη, γεγονός που δηλώνει την ύπαρξη ενός σημείου ισορροπίας.
Το διάγραμμα του πρώτου δωματίου φέρει μια παρόμοια δομή, γεγονός που επιβεβαιώνει το φυσικό ανάλογο των συγκοινωνούντων δοχείων. Όπως στα συγκοινωνούντα δοχεία οι στάθμες των υγρών θα πρέπει να είναι ίσες, κατά παρόμοιο τρόπο η αύξηση της εντροπίας πραγματοποιείται στα δύο δωμάτια με όμοιο τρόπο. Στη σελ. 12 ο άνδρας ξυπνά, συνεπώς υπάρχει το πρώτο σημείο καμπής. Μετά από αρκετές σελίδες, στο ίδιο σημείο που πραγματοποιείται το κύριο γεγονός στο δεύτερο δωμάτιο. Στη σελ. 42 υπάρχει το τελευταίο σημείο καμπής με την είσοδο της γυναίκας. Όπως και στο δεύτερο δωμάτιο η εντροπία ακολουθεί μια ασυμπτωτική αύξηση.
Συμπεράσματα
Από τη μελέτη των διαγραμμάτων μπορούμε να εξάγουμε τα ακόλουθα συμπεράσματα:
1. Οι προβολές του κύριου γεγονότος τελούνται είτε σε γωνιακά σημεία είτε σε σημεία καμπής.
2.Το πρώτο γωνιακό σημείο εμφανίζεται κοντά στο γεγονός εξόδου.
3. Μετά το κύριο γεγονός υπάρχει ασυμπτωτική αύξηση που οδηγεί σε μια νέα κατάσταση ισορροπίας.
4. Τα δύο δωμάτια λειτουργούν ως συγκοινωνούντα δοχεία καθώς η εντροπική καμπύλη εμφανίζει παρόμοια συμπεριφορά, ίσως με μια μικρή καθυστέρηση.
5. Το όνειρο παρουσιάζεται στο μεσοδιάστημα των δύο εξωτερικών ερεθισμάτων, δημιουργώντας μιας δομική συμμετρία.
6. Εκτός από τα δύο mirror-staging που πραγματοποιούνται στο δεύτερο δωμάτιο, υπάρχει και μια υπερδομή ως προς το mirror-staging μεταξύ των δύο δωματίων. Ξεκινώντας με κοινή αρχική συνθήκη, ο οπτικός θάνατος στο δεύτερο δωμάτιο και ο λεκτικός θάνατος στο πρώτο οδηγούν σε τελικές συνθήκες ισορροπίας, άρα και σε ένα είδος κλειστότητας του κειμένου.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Αντωνίου, Ιωάννης, Θεωρία Πληροφορίας, Εντροπία, Πολυπλοκότητα, ψηφιοποιημένο υλικό για τις ανάγκες του Διατμηματικού Προγράμματος Μεταπτυχιακών Σπουδών στα Πολύπλοκα Συστήματα και Δίκτυα, Τμήμα Μαθηματικών, ΑΠΘ.
Αριστοτέλης, Φυσικά (μετ. Βασίλειος Μπετσάκος), Ζήτρος, Θεσσαλονίκη2008.
Βασίλιεφ, Ανατόλι, Επτά ή οκτώ μαθήματα θεάτρου (μτφρ. Δέσποινα Σαραφείδου), ΚΟΑΝ 2010.
Casey, Edward, The Fate of Place. A philosophical History, University of California Press, Berkeley 1997.
Deleuze, Gilles – Guattari, Félix, A thousand plateaus. Capitalism and schizophrenia (μετ. Brian Massumi), University of Minnesota Press, Λονδίνο 1987.
Foucault, Michel, Ετεροτοπίες και άλλα κείμενα, Πλέθρον 2012.
Lukermann, Fred, «Geography as a formal intellectual discipline and the way in which it contributes to human knowledge», Canadian Geographer 8 (1964).
Merleau-Ponty, Maurice, Phenomenology of Perception, Routledge, Λονδίνο-Νέα Υόρκη 2005.
Relph, Edward, Place and placeness, Pion Limited, Λονδίνο 1976.
Robert, Gaston, «Incongruent counterparts and the absolute nature of space in Kant's 1768 essay, Direction in Space», Anuario Filosofico 53/2 (2020).