Ο άνθρωπος θύτης αποδεικνύεται πάντα θύμα της θυσίας του, βέβαιος για τη γνώση, τη δύναμη και την υπεροψία του. Ο γρίφος της Σφίγγας παίρνει και πάλι νόημα, μόνο που η απάντηση αφορά τον καθένα. Μια κορακίνα με ανθρώπινη μορφή έρχεται να σαρκάσει τη στάση του θνητού απέναντι στη γνώση της ύπαρξής του. Το κατηγορητήριο μεταφέρεται στις πραγματικές του διαστάσεις. Χώρος: το υποσυνείδητο. Το ταξίδι αιώνιο, χωρίς τέλος, το λάθος επαναλαμβανόμενο. Η βεβαιότητα για τις πράξεις γκρεμίζεται από την αβεβαιότητα των λόγων: όσα δε λέγονται, βρίσκονται εκεί, στις κυψέλες της κυτταρικής μνήμης. Αλαζονεία και ταπεινότητα: η αέναη πάλη της ψυχής μέσα στο σύμπαν∙ η ακατάπαυστη πάλη ιδεών μέσα στο συλλογικό νου της ανθρωπότητας. Το ίδιο το μυαλό θα γεννήσει τον κατήγορό του. Το αιώνιο μάτι του κόρακα παρατηρεί και κρίνει σαρκάζοντας: το μίασμα της πόλης είναι ο ίδιος ο άνθρωπος. Ο ανθρώπινος λόγος αποδεικνύεται αδύναμος να ανταπεξέλθει στο βάρος της πραγματικότητας. Τα λόγια της κορακίνας ―του μάντη Τειρεσία προς τον Οιδίποδα, αλλά και προς τον ανώνυμο άντρα― για το μίασμα το οποίο απειλεί την πόλη, ηχούν ακόμα με τον ίδιο τρόμο και με την ίδια άγνοια στα αυτιά της ανθρωπότητας.
Σκηνοθετικό σημείωμα για την παράσταση του έργου «Ο δολοφόνος του Λάιου και τα κοράκια» από τον ΘΟΚ
Θεατρικός Οργανισμός Κύπρου, 11 Οκτωβρίου-30 Δεκεμβρίου 2006