Τον Μάριο Ποντίκα τον γνώρισα ως θεατής των θεατρικών έργων του. Μαθητής Δραματικής σχολής και βέβαια θεατής του Θεάτρου Στοά, όπου και παρουσιάστηκαν σε παραστάσεις μεγάλης επιτυχίας πολλά από τα θεατρικά έργα του. Με κρυφό μου στόχο να γράψω κι εγώ θέατρο, άρχισα να διαβάζω τα έργα του προσεκτικά, ανακαλύπτοντας, πως η γραφή του έκρυβε τη δύναμη του πολιτικού θεάτρου. Γραφή που αποκάλυπτε αλήθειες, παθογένειες, μελανά σημεία ανθρώπινων συμπεριφορών και σχέσεων, χωρίς πρόθεση καταγγελίας ή διδακτισμού, αλλά φωτίζοντας τον θεατή για τις ευθύνες και την ανοχή του απέναντι σε ό,τι αφορούσε τη ζωή του. Τη ζωή που ο ίδιος ο θεατής επέτρεπε και συμμετείχε στον ευτελισμό της. Δεν θυμάμαι αν είχα μοιραστεί και με ποιους, εκείνα που ανακάλυπτα και με προβλημάτιζαν εκείνη την εποχή. Κι ας σημειώσω πως αναφέρομαι στην αρχή και τα μέσα της δεκαετίας του '70. Εκείνο που θυμάμαι είναι πως μόνος μου πήγαινα και έβλεπα θέατρο, το θέατρο που με αφορούσε και, μόνος μου ανακάλυπτα τους συγγραφείς που θα επέλεγα μελετώντας τα έργα τους, να γίνουν, εν αγνοία τους, δάσκαλοί μου. Είναι άλλωστε η εποχή που έδωσαν σπουδαία θεατρικά έργα ο Καμπανέλλης, ο Μάτεσις, η Αναγνωστάκη, ο Σκούρτης, ο Μουρσελάς, ο Μανιώτης… Κορυφαίος μαζί με όλους εκείνους και ο Μάριος Ποντίκας. Κάποια χρόνια αργότερα, μέλος της Εταιρείας των Ελλήνων Θεατρικών Συγγραφέων, είχα την τύχη να τους γνωρίσω και να συζητήσω με όλους εκείνους που θαύμαζα, και βέβαια είχα την τύχη να γνωρίσω και τον Μάριο Ποντίκα. Να γνωρίσω το χιούμορ και τον τρόπο που επέλεγε να απευθυνθεί σε εκείνον που, επίσης, επέλεγε να μοιραστεί κάποια σκέψη του, κάποιο διάλογο, στον οποίο εκείνος διαχειριζόταν το θέμα, τη διάρκεια, τις αποστάσεις. Ποτέ δε θα μιλούσε δυσνόητα ή διανοουμενίστικα. Και το πρώτο που παρατήρησα μιλώντας μαζί του ήταν ο έλεγχος, με ευγένεια, του να είναι σίγουρος πως τον παρακολουθείς. Ένδειξη πως σεβόταν το διάλογο με τον συνομιλητή του.
Πρώτη φορά με τον Μάριο Ποντίκα μίλησα στο τηλέφωνο. Θα πρέπει να ήταν Φθινόπωρο του 1993. Είχε ανέβει στο Θέατρο Τέχνης το πρώτο δικό μου έργο και, με την εμπιστοσύνη του τηλεοπτικού παραγωγού Σούλη Αθανασίου, βάζω στόχο να ζητήσω από τον Αλέξη Πανσέληνο, συγγραφέα που εκτιμώ βαθύτατα, να διασκευάσω για την τηλεόραση το βιβλίο του Βραδιές μπαλέτου. Ο Αλέξης Πανσέληνος είχε και με το δίκιο του επιφυλάξεις και, είπε στον παραγωγό και σε μένα πως θα έδινε την άδεια, αν στη σεναριακή μεταφορά είχε τον πρώτο λόγο ο Μάριος Ποντίκας. Εκείνο το σχέδιο δεν πραγματώθηκε ποτέ, αλλά εγώ βρήκα το τηλέφωνο του Μάριου Ποντίκα και επεδίωξα να του αναλύσω τα όσα… Ο Ποντίκας ήταν τόσο πράος και ευγενής και καθησυχαστικός, στο «προσγειώσου νεαρέ μου», που εκείνη τη συνομιλία μας τη φέρνω πάντα στο μυαλό μου, όταν χρειάζεται να συζητήσω για οποιαδήποτε δουλειά.
Η αναφορά σε εκείνο το θρασύ για την ηλικία μου τόλμημα να απευθυνθώ σε δυο κορυφαίους συγγραφείς του θεάτρου και του μυθιστορήματος, κρατήθηκε στη μνήμη μου σαν μεγάλο μάθημα για τα επόμενα βήματά μου, παραμένοντας πιστός αναγνώστης σε ό,τι καινούριο κατέθεταν σε έκδοση ή θεατρική σκηνή.
Τον Οκτώβριο του 2023 στο ΕΚΠΑ, πραγματοποιήθηκε ένα επιστημονικό συνέδριο νέων ερευνητών, με θέμα το έργο του Μάριου Ποντίκα στον 21ο αιώνα. Την όλη εποπτεία είχε ο Πρόεδρος του Τμήματος Θεατρικών Σπουδών καθηγητής Γιώργος Πεφάνης. Είχα την τιμή να βρεθώ συνομιλητής, ανάμεσα σε εκλεκτούς ομιλητές, από το χώρο του θεάτρου και των γραμμάτων, που θα αναφέρονταν στην προσωπικότητα και το έργο του Μάριου Ποντίκα.
Δέχτηκα να μιλήσω για τον Μάριο Ποντίκα, συνειδητοποιώντας τη μεγάλη ευθύνη για το τι ξεχωριστό θα είχα να προσθέσω για την πολύτιμη προσφορά του. Για την αξία αυτής της προσφοράς όχι μόνο στο θεατρικό τοπίο που διαμορφωνόταν και διαμορφώνεται τον 21ο αιώνα. Τις μέρες που ζούμε, αλλά τη διαχρονική αξία του. Τις μέρες που ζούμε η απαξίωση, η αμφισβήτηση, η απόρριψη, είναι το δεδομένο για όσα το κοινωνικό και πολιτικό παιχνίδι, αντιλαμβάνεται πως θα αποκαλύψουν την κενότητα του. Και συχνά μου έρχεται στο μυαλό η φράση του Τσέχοφ «Τα έργα μου θα παιχτούν, θα τα προσπεράσουν, αλλά μετά από χρόνια οι άνθρωποι θα τα ανακαλύψουν και δεν θα σταματήσουν να παίζονται ποτέ.» Τολμώ να αναφέρω με σιγουριά πως αυτή η ρήση θα επαληθευτεί και για το έργο που μας άφησε ο Μάριος Ποντίκας. Και επαληθεύεται αυτή η σκέψη μου, σε κάθε καινούριο ανέβασμα θεατρικού έργου του. Απίστευτη η δύναμη της Γυναίκας του Λωτ, των
Θεατών, του Γάμου, που ξαναπαίχτηκε πρόσφατα με μεγάλη επιτυχία.
Στη συμμετοχή μου στο επιστημονικό συνέδριο για το έργο του Μάριου Ποντίκα, αναφέρθηκα στο θεατρικό έργο του Εθνική γιορτή. Ένα θεατρικό έργο, που προσωπικά θεωρώ αριστούργημα. Πολιτικό θέατρο με την πιο σοβαρή σημασία του όρου. Δεν πολιτικολογεί ο συγγραφέας του. Ανθρώπινα πλάσματα που έχουν παιδευτεί, που υποφέρουν από μια αβάσταχτη κοινωνική πραγματικότητα. «Ανθρωπάκια» που έχουν αναλάβει να στήσουν όπως όπως το σκηνικό για μια επαρχιακή εθνική γιορτή, σε μια άθλια επαρχιακή αίθουσα. Γιρλάντες με σημαιούλες θα απλώσουν, παλιές τρύπιες σημαίες θα μπαλώσουν. Είναι όμως σπουδαίο το πως αυτός ο μίζερος χώρος και τα τυχαία πρόσωπα που θα συναντηθούν για να βγάλουν ένα τιποτένιο μεροκάματο, παίρνουν άλλες διαστάσεις. Γίνονται ο χώρος μια χώρα, μια πατρίδα παγίδα και τα πρόσωπα οι πολίτες της, που νιώθουν, αλλά δεν μπορούν να οργανώσουν την αντίσταση σε όσα τους ισοπεδώνουν και τους δηλητηριάζουν τη ζωή. Σε όσα τους μετατρέπουν σε θύτες και θύματα συγχρόνως.
Ξαναδιάβασα την Εθνική γιορτή πολύ κοντά χρονικά με το σπουδαίο έργο του Τόμας Μπέρχαρτ Πλατεία Ηρώων.
Άλλη χώρα, άλλοι χώροι, άλλα πρόσωπα. Αστικό τοπίο μέσα στο οποίο φουντώνει ο φασισμός. Άνθρωποι με μόρφωση οι ήρωες. Καθηγητής ο πρωταγωνιστής που θα προβεί σε αυτοκτονία διαμαρτυρίας. Στον Μάριο Ποντίκα η χώρα είναι η Ελλάδα, στον Τόμας Μπέρχαρτ η χώρα είναι η Αυστρία. Υπόγεια όμως, τα αδιέξοδα των προσώπων μοιάζει να συνδέονται. Τα συνδέει ένας κρυφός ύπουλος τρόμος. Η αδυναμία να ελέγξουν την πορεία της ζωής τους. Το προδιαγεγραμμένο που το υπαγορεύουν κανόνες που οργανώθηκαν ύπουλα, εν αγνοία των ανθρώπων και θα τηρηθούν χωρίς αντίσταση και αντίρρηση. Ο άνθρωπος μετατρέπεται από συνθήκες που δεν μπορεί να ελέγξει σε όργανο.
Θα παραθέσω δυο αποσπάσματα με τα λόγια ηρώων των δύο συγγραφέων. Στο πρώτο μιλά ο Θάνος από την Εθνική γιορτή του Μάριου Ποντίκα.
ΘΑΝΟΣ: Μας έχουν αφήσει τον καθένα στη μοίρα του και δε νοιάζεται κανείς. Μπορείς μόνος σου να προλάβεις ένα έγκλημα που δε θες κι ούτε σε ενδιαφέρει να το κάνεις; Μπορείς μόνος σου να θάψεις τα χέρια σου μέσα στη γη να μην μπορούνε να σκοτώσουν, μόνος σου μπορείς ν’ ακούς το θόρυβο που κάνουν τα λεφτά και τ’ αυτιά σου να κλείνουν από μόνα τους, ενώ πεινάς και τυραννιέσαι μπορείς ν’ αντισταθείς στον πειρασμό, όταν κανείς πια δεν αντιστέκεται; Για λίγο, ρε γαμώτο, για ένα τόσο σα μικρούλι δευτερόλεπτο… Ε, θα σκοτώσεις, θα κλέψεις, θα πας με άντρα για να βρεις το φίλο… Είμαι μόνος μου ρε καθίκια, και δεν είμαι ούτε μια στάλα πατριώτης, ανάθεμα τις πατρίδες και τα λόγια τους, εγώ ήμουνα πατριώτης απ’ τους πρώτους, πήγαινα στην παρέλαση κι έκλαιγα και μου λένε αυτός είναι κομμουνιστής, μη του μιλάς, αυτός είναι ο πατέρας του δεξιός μην πας μαζί του, δεξιός, ε; Ρώταγα εγώ. Την περηφάνια μου και την αγάπη μου για τούτο τον κωλότοπο μού την κάνανε προβιά και τη βαρούν να μαλακώσει, τριάντα χρονών παλικάρι και πάω σκυφτός, μη από δω, φύγε από κει, δεξιά πήγαινε, αριστερά πήγαινε, μια πυξίδα, ρε μάγκες, μια πυξίδα να ξέρω σε τι πτώματα πατάω, να ξέρω ποιον σκοτώνω και γιατί…
Το δεύτερο απόσπασμα από την Πλατεία Ηρώων του Τόμας Μπέρχαρτ (μτφ. Βασίλη Τσαλή). Μιλά ο καθηγητής Ρόμπερτ.
ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΡΟΜΠΕΡΤ: Το ξέρω/ δεν αγνοώ ότι θα καταστραφούν όλα/ νομίζετε ότι δεν γνωρίζω τίποτα/ ξέρω ότι θα γκρεμίσουν ακόμη και το παλιό σχολείο/ όμως δεν διαμαρτύρομαι πια/ γι’ αυτό είστε εσείς εδώ/ Η επόμενη γενιά/ ο κόσμος σήμερα είναι μια καταστροφή/ ανυπόφορα άσχημος/ όπου κι αν πας ο κόσμος είναι άσχημος κι ως το μεδούλι αμβλύνους/ διεφθαρμένος από όπου και να τον πιάσεις/ παρατημένος στην τύχη του/ είναι προτιμότερο να μη σηκώνεσαι από το κρεβάτι σου/ τα τελευταία πενήντα χρόνια οι κυβερνώντες κατέστρεψαν τα πάντα ανεπανόρθωτα/ Οι αρχιτέκτονες κατέστρεψαν τα πάντα με την αμβλύνοιά το/ οι διανοούμενοι κατέστρεψαν τα πάντα με την αμβλύνοιά τους/ ο λαός κατέστρεψε τα πάντα με την αμβλύνοιά του/ τα κόμματα και η εκκλησία κατέστρεψαν τα πάντα με την αμβλύνοιά τους.
Είναι αξιοσημείωτο πως και τα δυο έργα γράφτηκαν χρονικά την ίδια περίοδο. Ο Μπέρχαρτ έγραψε την Πλατεία Ηρώων το 1987 - 1988 και ο Ποντίκας έγραψε την Εθνική γιορτή ακριβώς την ίδια χρονολογία. Η Εθνική γιορτή παρουσιάστηκε από το Θεσσαλικό θέατρο το 1988 και η Πλατεία ηρώων προγραμματισμένη για το Μπούργκτεατερ της Ρίνγκστρασε στη Βιέννη, το Φθινόπωρο του 1988, ανέβηκε αρχές του 1989.
Δυο θεατρικά έργα, δυο διαφορετικοί συγγραφείς, δυο διαφορετικές χώρες. Και το σημαντικό που τα συνδέει είναι η αναφορά τους στο καταστροφικό αποτύπωμα που άφησε η υπόθεση του φασισμού μεταπολεμικά στην Ευρώπη. Οι συνέπειες σαφώς και θα επηρεαστούν από της διαφορετικής ιδιοσυγκρασίας λαούς. Άλλο οι Έλληνες, άλλο οι Αυστριακοί. Τα μεγάλα έργα όμως αφουγκράζονται και γεννιούνται από δημιουργούς που έχουν αληθινή πολιτική συνείδηση και κεραίες να αντιλαμβάνονται το τι συμβαίνει στην εποχή τους.
Θυμάμαι, πως όταν ανέφερα όσα μόλις κατέθεσα σε αυτό το κείμενο, στο επιστημονικό συνέδριο νέων ερευνητών, με θέμα το έργο του Μάριου Ποντίκα στον 21ο αιώνα, τον Οκτώβριο του 2023 στο ΕΚΠΑ, η σύζυγος του Μάριου Ποντίκα, η κ. Βίκυ Μουνδρέα, ανέφερε πως ο Μάριος εκτιμούσε τα έργα του Μπέρχαρτ, ήταν γνώστης όλης της δραματουργίας του Ολλανδο-αυστριακού συγγραφέα και ήταν συχνές οι αναφορές του σε αυτόν.

Ο Ποντίκας κατατάσσεται στους κορυφαίους Έλληνες θεατρικούς συγγραφείς. Το συγγραφικό έργο του θα καταγραφεί μέσα στο κλασικό παγκόσμιο θεατρικό τοπίο και θα διδάσκεται στις επόμενες γενιές θεατρολογικά στις πανεπιστημιακές αίθουσες, αλλά και από σκηνής σε θεατρικές παραστάσεις που οι σκηνοθέτες και οι ηθοποιοί θα αποφασίζουν την ερμηνεία σπουδαίων θεατρικών κειμένων.
Θα κλείσω αυτή την αναφορά μου στο έργο του, προτρέποντας τις νεότερες γενιές που θα επιλέξουν το θέατρο για πορεία ζωής, να μελετήσουν τα θεατρικά έργα του Μάριου Ποντίκα. Θα τους δώσουν πλούσιο υλικό κοινωνικής και πολιτικής σκέψης. Θα τους δώσουν μεγάλες ευκαιρίες παρουσιάζοντάς τα από σκηνής να αναμετρηθούν με μεγάλους ρόλους, να έρθουν σε επαφή με την βαθιά αλήθεια του θεάτρου.