Τόκιο, το καθήκον της υπερβολής

Τόκιο, το καθήκον της υπερβολής


Τα μικρά περιστατικά της καθημερινής ρουτίνας είναι τόσο σημαντικά, σαν σχολιασμός των φυλετικών ιδεωδών, όσο και η υψηλότερη ανάλυση της φιλοσοφίας ή της ποίησης.      
Οκακούρα Κακούζο, Το βιβλίο του τσαγιού


Μια πρόταση: το πολύτροπο, το εκρηκτικό Τόκιο μπορεί να το κατακτήσει κανείς, αν αρχίσει να εξοικειώνεται με τον σταθμό του τραίνου στην περιοχή του Σιντζούκου. Λειτουργεί ήδη από το 1880. Υπήρξε από παλιά, από την εποχή του Έντο, το περιλάλητο κέντρο της νυχτερινής ζωής. Ήταν η πρώτη στάση στον παλιό δρόμο του Τοκάιντο προς το Κιότο. Σήμερα, μαζί με συμφραζόμενά του, αποτελεί το απόγειο της εμπορικής πολυτυπίας. Σαν να μην γνώρισε πολέμους και καταστροφές, σαν να μεταφέρθηκε αυτούσιο από τον πλανήτη της Ουτοπίας στην καρδιά της πρωτεύουσας, ολόκληρο το Σιντζούκου είναι η πρόκληση μιας προγραμματισμένης, ισοπεδωτικής πλησμονής. Ήκιστα περιγράψιμη, ανυπόταχτη πολυεικόνα. Κι όμως, παραδόξως, η αλαζονεία των κυρίαρχων δομών απουσιάζει. Ανοικτό, πληθωρικό καλλιτέχνημα, το οποίο αδιαλείπτως σε καλεί να το προσεταιριστείς, να το αναδιαμορφώσεις με τον καιρό μέσα σου. Τόσο εύπλαστο, προκλητικά γειώσιμο υλικό.    
Μια ανεξήγητη αίσθηση. Η έξαρση της προσφοράς δεν με αποθαρρύνει. Αντιθέτως μου υποβάλλει την ιδέα μιας επαρκούς συνάφειας, μιας επερχόμενης πρόσμειξης με τον συρφετό των εναλλαγών. Αναζητώ τον μίτο του λαβύρινθου. Ξέρω πως στο τέλος θα τον βρω, το Σιντζούκου δεν αδολεσχεί. Παρά την απείθαρχη ρητορεία του, συνεργεί στην εκπαίδευσή μου κατά τρόπο πρόσφορο: με συστήνει στην ηδονική πληθώρα ενός χαοτικού, φίλιου πάντως σύμπαντος.

———— ≈ ————

Νεοπαγείς, απαστράπτουσες γκαλερί δίπλα στα καλύτερα πολυκαταστήματα της πόλης, προσηνείς ναοί, υπενθυμίζοντας διακριτικά την πίστη των αρχαίων Ιαπώνων, αναδεικνύουν, ως στρατευμένοι δείκτες, την μακραίωνη αίγλη του μεταφυσικού παράγοντα. Στενά δρομάκια έτοιμα να υποδεχθούν θρησκευόμενους και μη, να απορροφήσουν το βλέμμα, να το γεμίσουν δώρα. Αργά τη νύχτα οι γειτονιές αυτές θα μεταμορφωθούν σε πλοκάμια μιας πάνδημης έκστασης. Αναπάντεχοι σπασμοί κι αναρίθμητα νεύματα ενός ατέρμονος χορού μορφών, ειδώλων και ορμεμφύτων. Νεοφώτιστοι και παλαίμαχοι της κραιπάλης περπατάνε χέρι-χέρι. Αδημονούν.

———— ≈ ————

Ανατολικό Σιντζούκου. Ιερό Χανάζονο. Ιδρύθηκε πριν από διακόσια πενήντα χρόνια. Το περιβάλλει ένας μειλίχιος δενδροφυτεμένος χώρος. Εδώ κι εκεί ανακατασκευές παραδοσιακών κτισμάτων. Ερυθρά και λευκά χρώματα της κατάνυξης και των προσευχών. Διάσπαρτα τα θεία ινάρι, δηλαδή τα πέτρινα αγάλματα της αλεπούς, αφιερώματα στην κάμι, την θεότητα των δημητριακών, δηλώνουν προσήλωση στις διαρκείς αλήθειες των ονειρικών στοιχείων. Μνήμες σιντοϊσμού, κοσμήματα ευσέβειας, όλβος διαλογισμών· συνορεύουν με την αποφασιστικότητα και την πειθώ, ενίοτε αυθάδη, του μεταπολεμικού τσιμέντου.

———— ≈ ————

  Αξίζει να παραθέσω για εποπτικούς λόγους ορισμένες αποτιμήσεις· φρονώ ότι ανταποκρίνονται πλήρως στην εκρηκτική προσωπικότητα της πόλης. Τις αποδελτιώνω από την εισαγωγή ενός σχετικά πρόσφατου άρθρου του Αντρέα Γιακουμακάτου, αναπληρωτή καθηγητή της Ιστορίας και Θεωρίας της Αρχιτεκτονικής στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Από την πλευρά των ειδημόνων αναδεικνύεται ένα ακόμη Τόκιο. Εξηγήσεις, υποσημειώσεις, επεμβάσεις σε παλίμψηστο: «Πουθενά αλλού δεν συνοψίζεται πιο δυναμικά η αντίληψη της μητρόπολης ως συστήματος μετακινήσεων και επικοινωνίας. Αυτός ο απέραντος μητροπολιτικός οργανισμός, με τα νεότερα σε ηλικία κτίρια από οποιαδήποτε άλλη πόλη στον κόσμο, αναπτύσσεται σε μια σειρά επίγειων και υπόγειων αξόνων μεταφοράς, περιλαμβανομένου του πιο σύνθετου, πολύπλοκου και ολοκληρωμένου δικτύου μετρό διεθνώς. Ωστόσο κατά παράδοξο τρόπο, με δεδομένη την τερατώδη έκταση και τη φαινομενικά ακατάληπτη δομή του αστικού τοπίου, η εξερεύνηση και η κατανόηση του Τόκιο είναι τόσο αποτελεσματική όσο γίνεται με το περπάτημα και την πεζοπορία, ανάμεσα σε μέτωπα ουρανοξυστών που βλέπουν σε πολυώροφους εναέριους άξονες ταχείας κυκλοφορίας και σε μικρά σπίτια αμέσως από πίσω, πάνω σε μικρούς, στενούς και αθέατους σε πρώτη όψη δρόμους. Η πρόκληση είναι μεγάλη, αλλά δεν είναι απολύτως ουτοπικό το εγχείρημα της αποκρυπτογράφησης των μυστικών αυτού του μετα-αστικού ρευστού, υβριδικού, λαβυρινθώδους και επαμφοτερίζοντος «συγχρονικού όλου» που αυτοπροσδιορίζεται αενάως ως ένα γιγαντιαίο κολλοειδές.» Το μάτι του αρχιτέκτονα επιχειρεί να μετατραπεί σε χοάνη για να δει σε μια ιδανική του εμπέδωση το Υπέρ αυτοπροσώπως.
Προσπαθώ να εντοπίσω ίχνη του μη αληθούς, του τυχόν εξωπραγματικού σε όλα τα παραπάνω. Ματαιοπονώ• οι αναφορές εμπεριέχουν δικαιολογημένα τόσο την έξαρση του πολύπειρου ταξιδιώτη, όσο και την αυθεντία του δόκιμου εμπειρογνώμονα: «Το Τόκιο […]είναι σήμερα η πιο εκπληκτική και απροσδόκητη βιτρίνα της σύγχρονης αρχιτεκτονικής. Μια βιτρίνα ψηφιακή, εικονική, υπνωτική και εκτυφλωτική σαν πολύχρωμο night-club. Εντούτοις η αρχιτεκτονική αυτή, όσο και αν είναι πρωτότυπη, απίθανη ή μεγάλη, εμφανίζεται ανίσχυρη: υποκύπτει ολοκληρωτικά στην ακατανίκητη δύναμη της πόλης. Δεν είναι εύκολη η ανεύρεση της αρχιτεκτονικής ποιότητας μέσα στον χαώδη και αχανή αστικό ιστό, τεμαχισμένο από τη βίαιη εισβολή των υποδομών: αυτό που επιβάλλεται είναι όχι η ποιότητα του κτιρίου αλλά η πολύφωτη ηλεκτρονική επιδερμίδα που το επενδύει εξολοκλήρου και η οποία παράγει το διαφημιστικό ηχοθέαμα. Η διασταύρωση των οπτικοακουστικών θορύβων σε ένα συγκεκριμένο σημείο εντατικής αστικής πύκνωσης είναι σχεδόν παραισθησιακή».

———— ≈ ————

Σε ένα ευκαιριακό, κατάμεστο Starbucks. Χαμηλωμένα φώτα ενός πολύφωνου απογεύματος. Κάθεται στο απέναντι τραπεζάκι. Πίνει καφέ από το πλαστικό, διαφανές κύπελλό της. Ξεφυλλίζει ένα παχύ περιοδικό μόδας. Απόμακρη κι ευάλωτη (ίσως). Αδύνατη, μπορεί να την ανυψώσει κάποια στιγμή το ρεύμα του πανίσχυρου κλιματισμού. Σκουλαρίκια, τα προσέχω αμέσως, είναι άλλωστε τόσα πολλά. Στη μύτη, στα μάγουλα, στα βλέφαρα, στα φρύδια, στα μικροσκοπικά αυτιά και στα καλοσχηματισμένα, κυανά για την περίπτωση χείλη οι πολυτελείς χαλκάδες μνημονεύουν την παράδοση όλων εκείνων των εγκοπών και των συνειδητών ακρωτηριασμών του σώματος, η οποία χαρακτηρίζει ένα μεγάλο μέρος της ιαπωνικής φυσιογνωμίας. Το πρόσωπο, μια ασπριδερή διάτρητη μάσκα. Ο φορέας του πόνου και της πολύσημης έξαρσης, το υπάκουο κορμί – θυσιαστήριο, υπάρχει για να εγκαθιστά ταυτότητες και συνθήκες βαρύτιμου παρόντος. Απαριθμώ τις σχεδόν απαραίτητες ουλές στον καρπό και των δύο χεριών της. Ευδιάκριτες, ανησυχητικές, αρκετά βαθιές. Ασφαλώς όχι τυχαίες. Ούτε όμως κι από επίμονο κάψιμο με τσιγάρο. Μάλλον τις άνοιξε κάποιο αιχμηρό μέταλλο. Χηλοειδή ανοίγματα για να περάσουν οι απορίες μου, εύλογες και μη.

———— ≈ ————

Ας επιστρέψουμε για λίγο στο παρελθόν της εθνικής αγωνίας, για να μετρήσουμε διαφοροποιήσεις και εντάσεις σκέψης. Κατοικούμε εδώ, έναν αιώνα πριν. Αναπνέουμε τον αέρα εκείνου του ανησυχητικού έτους 1905. Επιστρέφουμε στις σελίδες του εμπεριστατωμένου εκείνου         δοκιμίου Μπουσίντο, ο κώδικας των σαμουράι, που εκδίδεται τότε, από τον Ιναζό Νιτόμπε. Πρόκειται για έναν από τους επιφανέστερους διανοητές της Ιαπωνίας του καιρού του, κάτοχο πέντε διδακτορικών τίτλων, ο οποίος μετέσχε, δεκατέσσερα χρόνια μετά, στην περιώνυμη Διάσκεψη Ειρήνης των Βερσαλλιών και διετέλεσε, μεταξύ άλλων, αναπληρωτής γενικός γραμματέας της Κοινωνίας των Εθνών στη Γενεύη. Έχει διατυπώσει, μεταξύ άλλων, το πρόβλημα των ιδιαίτερα εφιαλτικών για εκείνον επερχόμενων κοινωνικών αλλαγών, που σάρωσαν στην κυριολεξία του όρου την υποψιασμένη, αλλά απροετοίμαστη χώρα του.
Έτσι, η ειδυλλιακή Γιαπωνέζα του Ιναζό Νιτόμπε θα μεταμορφωθεί με τον καιρό σε μια συνειδητά «αλλοπρόσαλλη» καρικατούρα του καμπούκι, στο κορίτσι του Starbucks: «Μέχρις ότου η επιρροή των εντολών του Μπουσίντο χαθεί εντελώς, η κοινωνία μας δεν μπορεί να καταλάβει την άποψη που απερίσκεπτα διετυπώθη από έναν Αμερικανό διερμηνευτή των δικαιωμάτων της γυναίκας, ο οποίος αναφωνούσε: «Είναι πιθανόν όλες οι θυγατέρες της Ιαπωνίας να κάνουν επανάσταση κατά των παλαιών εθίμων!» Μπορεί μια τέτοια επανάσταση να πετύχει; Θα βελτιώσει τη θέση της γυναίκας; Μπορούν τα δικαιώματα που κερδίζουν από μια τέτοια συνοπτική διαδικασία να ξεπληρώσουν την απώλεια εκείνης της γλυκύτητας της διάθεσης, εκείνης της ευγένειας των τρόπων, που είναι η παρούσα κληρονομιά της; Δεν ήταν η απώλεια της οικιακής ζωής που συνέβη στις Ρωμαίες οικοδέσποινες η αιτία για την ηθική διαφθορά που ακολούθησε, για να το αναφέρουμε αδρομερώς; Μπορεί ο Αμερικανός μεταρρυθμιστής να μάς διαβεβαιώσει ότι μια επανάσταση των θυγατέρων μας είναι η αληθινή πορεία που πρέπει να πάρουν για την ιστορική εξέλιξή τους; Αυτά είναι σοβαρά ερωτήματα. Αλλαγές πρέπει να έλθουν και θα έλθουν χωρίς επαναστάσεις!» Η δικαίωση του μελαγχολικού Ιναζό Νιτόμπε είναι ο σχετικός, ενίοτε αμφισβητούμενος, αλλά πρακτικός «θρίαμβος» της νέας Ιαπωνίας.

———— ≈ ————

Η Γιαπωνέζα, προτού αποφασίσει να παντρευτεί, περιβάλλεται σήμερα από την άλω μιας ανένδοτης, ριζοσπαστικής άρνησης. Η συνειδητή ρήξη με τον κανόνα της πλήρους εκκοσμίκευσης συνιστά την πρωταρχική της μέριμνα. Η έντιμη, μιαν ολόκληρη ζωή ανυποχώρητη διαμαρτυρία του Γιούκιο Μισίμα, η οποία συνοψίζεται στην επισήμανση «Όλοι γνωρίζουν και θαυμάζουν την Ιαπωνία των χρυσανθέμων, αλλά αγνοούν την Ιαπωνία του ξίφους», αφορά ασφαλώς, αφορά ανάμεσα στα άλλα, κι αυτό το κορίτσι του Starbucks. Γυρίζει αποφασιστικά την πλάτη του στο ιδανικό της νηφάλιας ενατένισης της ζωής, ό,τι με άλλα λόγια υπαινίσσεται το ιερό άνθος της ιαπωνικής λογοτεχνίας, για να επιδοθεί σε μια μεθοδική διάνοιξη παραστατικών οπών , στη λατρεία δηλαδή του αιχμηρού. Το διακύβευμά της, όλη αυτή η σειρά των εμβληματικών της τομών, αποτελεί το Καύχημα.
Μετά το γάμο της θα μοιάζει κάπως με τις υποδειγματικές Ρωμαίες νοικοκυρές του απολογητή της ρομαντικής παράδοσης, του Ιναζό Νιτόμπε. Εκτός αν θα εργάζεται σε μια Μιτσουμπίσι ή σε μια Χόντα, οπότε η επανάστασή της θα θαφτεί μέσα στα ανελέητα ωράρια των απρόσωπων εργοδοτών της. Κατά τα άλλα, η αγάπη για την διαφύλαξη της λεπτομέρειας, η επικέντρωση, η εμμανής, στη σημασία της μικρής ή μεγάλης παρέκκλισης, στην σκοπιμότητα της γοητευτικής διαφοράς, διατηρούνται προς το παρόν στο ακέραιο: τα μαλλιά καρφάκια, οι τριγωνικές αυθάδεις τούφες, σε τέσσερις-πέντε τουλάχιστον αποχρώσεις του πράσινου, τα χρυσά κουμπιά, που λάμπουν σαν αστεράκια από κάποιο ιστόρημα της αυτοκρατορικής αυλής, οι ευπρεπισμένες μπότες ως τα γόνατα σχεδόν, το στενό μωβ φόρεμα να φτάνει ως την μέση των μηρών, το ζακετάκι με ψηλό γιακά, που παραπέμπει στο πασίγνωστο ύφος «Μάο». Άδολος, υποδειγματικός και εύληπτος ταυτόχρονα ενδυματολογικός αναχρονισμός. Ή, το πιθανότερο, κρίσιμη συνδήλωση μιας αιτιώδους ανακατάταξης δεδομένων.
Από ό,τι φαίνεται έχει δαπανήσει το παν, προκειμένου ν’ ανυψώσει τα παροντικά στοιχεία του βίου της, τα πολύτιμα χρονομόριά της, σε αξίες μιας ευρύτερης εποπτείας του δευτερόλεπτου: ό,τι ακριβώς θέλησαν να στοιχίσουν χωροχρονικά οι επώνυμοι ή ανώνυμοι μάστορες των χαϊκού, των σένρυου και των τάνκα. Γι αυτό και ο Άλεξ Κερ στη διεισδυτική του μελέτη του Απολεσθείσα Ιαπωνία θεωρεί καθήκον του να αντιδιαστείλει εγκύρως τον σινικό χαρακτήρα της εκμετάλλευσης των συστατικών μερών του υπερμεγέθους, μάλλον ανεξάντλητου διάκοσμου, από τους αμιγώς ιαπωνικούς τρόπους αφοσίωσης στο πολυεπίπεδο τρέχον, προκειμένου να αναχθεί με επιτυχία σε ένα ενιαίο σύνολο αισθητικοποιημένων αναφορών : «Η συγκέντρωση στην «παρούσα στιγμή» είναι κάτι που χαρακτηρίζει εν γένει τον ιαπωνικό πολιτισμό. Στην κινεζική ποίηση, η φαντασία του ποιητή θα μπορούσε να αρχίσει με την παράταξη λουλουδιών και ποταμών, μετά να καλπάσει στον ουρανό καβάλα σ΄ ένα δράκο για να καταλήξει στο όρος Κάου-Λουν· εκεί θα συνομιλήσει και θα διασκεδάσει με τους αθάνατους. Τα ιαπωνικά χαϊκού εστιάζονται αποκλειστικά σε σκηνές της καθημερινότητας, όπως συμβαίνει και στο διάσημο ποίημα του Μπασό: «Η παλιά λίμνη, πηδά ο βάτραχος, ο ήχος του νερού». Το πανκ κορίτσι-χαϊκού σηκώνεται, ρίχνει μια ματιά στο τεράστιο ρολόι της και κατευθύνεται προς την έξοδο. Φυσαλίδα που θα αιωρηθεί ξανά στην επιφάνεια της μαρμαρυγής του Σιντζούκου.

Βιβλιογραφία παραθεμάτων

Γιακουμακάτος Αντρέας, «Η χρονιά της Ανατολής-Τόκιο, μια επίσκεψη στο μέλλον», εφ. Τo Βήμα, 6 Ιανουαρίου 2008, σελ. Β43.
Οκακούρα Κακούζο, Το βιβλίο του τσαγιού, μετάφραση Πέτρος Τσαπίλης, εκδ. Ανατολικός 2001.
Ιναζό Νιτόμπε, Μπουσίντο, ο κώδικας των σαμουράι, εισαγωγή-μετάφραση σχόλια: Β. Γ. Πολύδωρας, εκδ. Καστανιώτη 1996.
Kerr Alex, Lost Japan, Lonely Planet Publications 1996.

ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: