Τουρίστας στην Ελλάδα του 1900 {3}

————————————————————
Η  Σ Κ Ο Ν Η  Τ Ο Υ  Χ Ρ Ο Ν Ο Υ

Στον τουριστικό οδηγό του Αντόλφ Ζοάν (δες προηγούμενες αναρτήσεις τεύχος 18, τεύχος 19) ο ξένος επισκέπτης μπορούσε να βρει τα «κλειδιά» που θα του επέτρεπαν να ανακαλύψει την Ελλάδα στις αρχές του προηγούμενου αιώνα. Στο κεφάλαιο με τίτλο «Περιοχές και φυσικά αξιοθέατα», για παράδειγμα, «κλειδί» για τους φυσιολάτρες εξ αλλοδαπής ήταν οι ομορφιές της ελληνικής υπαίθρου: «…Είναι οι ασβεστολιθικοί βράχοι και τα κρυσταλλικά μάρμαρα που δημιουργούν αυτή την ιδιαίτερα φωτεινή ομορφιά και αναδεικνύουν τις έντονες σιλουέτες των βουνών. Μπορούμε να χωρίσουμε την Ελλάδα σε 4 περιοχές φυσικού κάλλους: 1) Οι οροσειρές της Πίνδου και της Πελοποννήσου, που αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της χώρας. 2) Οι πεδιάδες με λίμνες και καταβόθρες, όπως η λεκάνη της Κωπαΐδας, οι λίμνες της Αιτωλίας, οι σειρές των αρκαδικών πεδιάδων, της Τεγέας, του Φενεού, της Στυμφαλίας, του Ορχομενού, ή της Μαντινείας. 3) Οι παράκτιες πεδιάδες και κοιλάδες ποταμών (Θεσσαλίας, Αττικής, Άργους, Σπάρτης, Μεσσηνίας κ.λπ.). 4) Τα νησιά του Αιγαίου και Ιονίου πελάγους, οι ελαιώνες της Άμφισσας, τα όμορφα δάση της Εύβοιας, του Πήλιου και του Ταΰγετου, οι Σκιρωνίδες πέτρες στην Μεγαρίδα (“Κακιά Σκάλα”), το σπήλαιο στο Δρακονήσι (Μύκονος) όπου υπάρχουν πολλές φώκιες, τα σπήλαια με σταλακτίτες στην Αντίπαρο, το λιμνοσπήλαιο στην Κεφαλονιά και οι ηφαιστειακές νησίδες της Σαντορίνης». Για τα φυσικά αξιοθέατα ο οδηγός πρότεινε επίσης αναβάσεις σε βουνά, για την ομορφιά του πανοράματος που προσφέρουν η Όσσα, το Πήλιο, ο Παρνασσός, ο Προφήτης Ηλίας στην Αίγινα, το Πεντελικό όρος, η Ακροκόρινθος, οι Δελφοί, ο Χελμός. Στις φυσιολατρικές αναβάσεις αναφερόταν και μία εκτός των –τότε– συνόρων της χώρας: στο οροπέδιο της Ίδας, στην Κρήτη, που δεν είχε ακόμα ενωθεί με την Ελλάδα.

Το Πεντελικό όρος σε εικονογράφηση της γαλλικής εφημερίδας «Le Petit Journal». Το Εθνικό Αστεροσκοπείο και η -πεζοδρομημένη πλέον- Αγίου Παύλου (επιχρωματισμένο ταχυδρομικό δελτάριο). Η «Μεγάλη Βρετανία», η οδός Πανεπιστημίου (που λεγόταν, ακόμα, Γεωργίου Α΄) και ιππήλατες άμαξες για εκλεκτικούς επιβάτες (επιχρωματισμένο ταχυδρομικό δελτάριο). Η οδός Ερμού με ελάχιστο…τράφικ από το κάρο που διακρίνεται αριστερά (επιχρωματισμένο ταχυδρομικό δελτάριο). Το (σημερινό) Νομισματικό Μουσείο σε προγενέστερες δόξες (επιχρωματισμένο ταχυδρομικό δελτάριο). Η παραλία του Νέου Φαλήρου, με την μακρόστενη θαλάσσια εξέδρα, τα διατεταγμένα τραπεζοκαθίσματα και το κιόσκι της μπάντας (επιχρωματισμένο ταχυδρομικό δελτάριο). Θέατρο του Φαλήρου: Κτίστηκε το 1891, σε σχέδια Ερνέστου Τσίλερ, και κατεδαφίστηκε το 1968. Από την σκηνή του ακούστηκαν ιταλικές άριες, βιεννέζικες οπερέτες και εμφανίστηκαν πολλοί ελληνικοί και ξένοι θίασοι (επιχρωματισμένο ταχυδρομικό δελτάριο). Το εντυπωσιακό, κατά τον οδηγό, «Ακταίον – Palace Hôtel» (στη θέση του σήμερα το νοσοκομείο Metropolitan). Κτίστηκε το 1902 στο οικόπεδο της έπαυλης του επιχειρηματία Κωνσταντίνου Γιαννόπουλου που φέρεται ως ο πρώτος οικιστής του Νέου Φαλήρου. «Καφενείο “Αφροδίτη” στη Λειβαδιά». Επιχρωματισμένο σχέδιο του… ανορθόγραφου Sahib (ψευδώνυμο του ζωγράφου Louis Ernest Lasage) από ένα σκαρίφημα του ταξιδιώτη M. H. Belle. Οδηγός συνεννόησης σε επαρχιακό χάνι (από το γλωσσάρι χρήσιμων φράσεων του τουριστικού οδηγού).

 

 

Ένα άλλο βασικό κεφάλαιο αφορούσε τη διαμονή του ταξιδιώτη. Ανάλογα με την περιοχή και το είδος του καταλύματος, οι επιλογές κυμαίνονταν από τα πολυτελή ξενοδοχεία των πόλεων μέχρι τα ταπεινά χάνια της επαρχίας. Με το ανάλογο τίμημα, φυσικά, τόσο στη δαπάνη όσο και στις συνθήκες διαμονής: «Οι υπηρεσίες που προσφέρουν τα καλά ξενοδοχεία στην Αθήνα και τις άλλες μεγάλες πόλεις είναι πολύ ικανοποιητικές. Στα ξενοδοχεία 1ης κατηγορίας σε Αθήνα, Κέρκυρα κ.λπ., η διαμονή κοστίζει από 15 έως 17 φράγκα ημερησίως. Στα πιο καλά ξενοδοχεία 2ης κατηγορίας, από 8 έως 13 φράγκα. Όλα διαθέτουν εστιατόριο. Για διαμονή μεγαλύτερης διάρκειας στην Αθήνα μπορείτε να βρείτε πιο συμφέρουσα λύση τα επιπλωμένα δωμάτια προς ενοικίαση, γευματίζοντας σε κάποιο εστιατόριο α λα καρτ». Στην Αθήνα της εποχής εκείνης, με το τρεχούμενο νερό, τις λουτρικές εγκαταστάσεις και το ηλεκτρικό να αποτελούν σπάνιο αγαθό, τα πολυτελή ξενοδοχεία προτείνονταν από τον οδηγό (και) για τον ηλεκτρισμό και τα «ευρωπαϊκά ντους» που διέθεταν. Η αναφορά των πιο σημαντικών από αυτά, αποτελεί μια ακόμα ψηφίδα στην (άγνωστη εν πολλοίς) τοιχογραφία της πρωτεύουσας του 1900: «Τα ξενοδοχεία τα οποία επιλέγουν συνήθως οι ξένοι ταξιδιώτες, βρίσκονται στην πλατεία Συντάγματος, στην οδό Σταδίου και στην πλατεία Ομονοίας. Ένα μέρος του προσωπικού μιλά γαλλικά. Εκεί θα βρείτε συμβεβλημένους διερμηνείς (“δραγουμάνοι”) για να οργανώσετε τις εκδρομές σας. Οι ταρίφες των ιππήλατων αμαξών, καθώς και τα δρομολόγια των πλοίων και των σιδηροδρόμων είναι αναρτημένα στους διαδρόμους και στο σαλόνι-αναγνωστήριο κάθε ξενοδοχείου. Για διαμονή προτείνουμε τα ακόλουθα: “Ξενοδοχείον της Μεγάλης Βρετανίας”, πλ. Συντάγματος (120 δωμάτια, η διανυκτέρευση 17 φράγκα, γεύμα και δείπνο 5 φράγκα, γαλλική κουζίνα, λουτρά, ηλεκτρικό). “Ξενοδοχείον της Αγγλίας”, πλατεία Συντάγματος, είσοδος από οδό Ερμού (15 φράγκα). “ Grand Hôtel Saint-Georges”, Σταδίου 16, έναντι της Βουλής (128 δωμάτια, διανυκτέρευση 9-15 φράγκα, γεύμα 2,5 φράγκα, με κρασί 2,75, ασανσέρ, ηλεκτρικό, καλοριφέρ). “Palace Hôtel”, Σταδίου 18 (δωμάτια από 5 φράγκα, ασανσέρ, καλοριφέρ, ηλεκτρικό, μπάνιο, αίθουσα μπιλιάρδου). “Tourist’s Palace Hôtel”, γωνία Σταδίου και Βουλής (80 δωμάτια, 10-15 φράγκα), “Hôtel National”, Σταδίου 31 (40 δωμάτια)».

Τότε, όπως και τώρα, η πλατεία Ομονοίας αποτελούσε τον ομφαλό της πόλης, με το ελληνικό στοιχείο να… υπερτερεί των ξένων στην πελατεία των ξενοδοχείων: «Στα δύο σημαντικότερα ξενοδοχεία της πλατείας διαμένει κυρίως ελληνική πελατεία και οι χρεώσεις γίνονται στο εθνικό νόμισμα. Είναι “Ο Μέγας Αλέξανδρος” (διανυκτέρευση 9-12 δραχμές, γεύμα 3,5 δραχμές, με κρασί 4 δραχμές) και το ξενοδοχείο “Μπάγκειον” (8-10 δραχμές, μπάνιο, ηλεκτρικό). Από τον Μάιο μέχρι τα τέλη Σεπτεμβρίου λειτουργεί επίσης η “Pension de famille française" (Χαλκοκονδύλη 13), που διευθύνεται από Γάλλους». Η λίστα του οδηγού… εκτεινόταν μέχρι το Νέο Φάληρο και τον Πειραιά: «Στην πλαζ του Νέου Φαλήρου βρίσκεται το “ Grand Hôtel de Phalère” και το εντυπωσιακό “Ακταίον – Palace Hôtel” (διανυκτέρευση από 14 φράγκα, μειωμένη τιμή σε πολυήμερη διαμονή, ρεστοράν, αμερικάνικο μπαρ, εγκαταστάσεις τένις, πίστα χορού με πολυμελή ορχήστρα, ηλεκτροθεραπεία). Το πολυτελέστερο ξενοδοχείο του Πειραιά είναι το “Grand Hôtel Continental”, επί της προκυμαίας (πλατεία Καραϊσκάκη, έναντι σιδηροδρομικού σταθμού, 75 δωμάτια, ηλεκτρικό, εστιατόριο, η χρέωση ξεκινά από 3 δραχμές). Ικανοποιητικού επιπέδου είναι επίσης το ξενοδοχείο “Saint-Pétersbourg”, στην οδό Ποσειδώνος (το δωμάτιο από 2 δραχμές)».

Από την πρωτεύουσα μέχρι τις μικρές επαρχιακές πόλεις, η απόσταση ήταν μεγάλη. Όχι μόνο στα χιλιόμετρα που τις χώριζαν, αλλά και στις συνθήκες διαμονής. Αφήνοντας τις ανέσεις των αθηναϊκών ξενοδοχείων, ο καλομαθημένος τουρίστας έπρεπε να… υποστεί τα ταπεινά πανδοχεία σε στενάχωρα δωμάτια –ή χωρίς καθόλου δωμάτια! Από την πρώτη έκδοση του γαλλικού οδηγού, το 1896, μέχρι και τη (δεύτερη) επανέκδοση του 1911, δεν φαίνεται να είχαν αλλάξει σημαντικά οι παρεχόμενες υπηρεσίες: «Τα ξενοδοχεία στις μικρές επαρχιακές πόλεις παραμένουν πιστά σε παραδόσεις στις οποίες ο ταξιδιώτης πρέπει, είτε να προσαρμοστεί στις συνθήκες, είτε να αντισταθεί σθεναρά. Τα κρεβάτια είναι σκληρά, με στρώματα χωρίς ελατήρια, τα σεντόνια και οι μαξιλαροθήκες σπανίως είναι φρεσκοπλυμένα. Στα χωριά που δεν έχουν ξενοδοχείο, θα χρειαστεί να μείνετε σε ιππικό πανδοχείο (“χάνι”), όπου οι αγωγιάτες αφήνουν τα ζώα τους. Υπολογίστε, κατά μέσο όρο, 4-7 δραχμές για βραδινό γεύμα, τον ύπνο και ένα καφέ το πρωί. Αν ο “χαντζής” δεν έχει διαθέσιμο κρεβάτι, με λίγη τύχη θα σας βολέψει σε κάποια αυτοσχέδια κλίνη στον στάβλο, ανάμεσα σε διάφορα ζώα και προμήθειες. Το πιο σύνηθες, όμως, είναι να σας προσφέρει την εθελοντική φιλοξενία του».

Για τον… επίμονο τουρίστα που επιθυμούσε να επισκεφθεί περιοχές μακριά από οικισμούς, στην καρδιά της φύσης, μία μόνο λύση υπήρχε για το φαγητό και τη διανυκτέρευσή του. Χωρίς την ταλαιπωρία των ταπεινών καταλυμάτων, με καλύτερη περιποίηση και σχεδόν δωρεάν! Η λύση αυτή δεν ήταν άλλη από τα μοναστήρια: «Η φιλοξενία των μονών, που βρίσκονται πάντα σε θαυμάσιες τοποθεσίες, συστήνεται για την ηρεμία που απολαμβάνει κανείς και για τις γραφικές εντυπώσεις που αποκομίζει. Ο ξένος είναι συνήθως φιλοξενούμενος του επικεφαλής (“ηγούμενος”), ο οποίος τον τιμά και τον καθίζει στο τραπέζι του. Σε κάποιες μεγάλες μονές, όπως εκείνη του Μεγάλου Σπηλαίου, υπάρχουν διαθέσιμα δωμάτια για επισκέπτες που επιθυμούν να διανυκτερεύσουν. Φεύγοντας από το χώρο φιλοξενίας (“ξενών”) αφήνετε λίγα κέρματα ως προσφορά στην εκκλησία, για το βραδινό φαγητό και τον ύπνο σας». Συμπληρωματικά, ο οδηγός ενημέρωνε τους αναγνώστες για τον αριθμό των μονών που λειτουργούσαν τα χρόνια εκείνα στην ελληνική επικράτεια. Μια στατιστική πληροφορία που έχει το δικό της ενδιαφέρον: «Ο αριθμός των μοναστηριών, τα οποία ήταν 593 το 1833, μειώθηκε σε 171 ανδρικά μοναστήρια με 1.540 μοναχούς (“καλόγεροι”), και σε 9 γυναικεία μοναστήρια με 120 μοναχές (“καλόγριαις”)».

Αφήνοντας τη γαλήνη της φύσης και επιστρέφοντας στην… πολύβουη Αθήνα, ο ξένος επισκέπτης είχε αρκετές επιλογές για τις μετακινήσεις του στην πόλη. Η λεπτομερής καταγραφή των μέσων μεταφοράς, ανά είδος, διαδρομή και τιμή εισιτηρίου, φωτίζει μια ακόμα άγνωστη πτυχή από το μακρινό παρελθόν της πρωτεύουσας: «Σκεπαστές ιππήλατες άμαξες μπορείτε να βρείτε στους σταθμούς των τρένων, πλησίον της πλατείας Ομονοίας, στην οδό Πανεπιστημίου και στην πλατεία Συντάγματος. Οι ταρίφες είναι αναρτημένες στο εσωτερικό κάθε άμαξας, αλλά και στις ρεσεψιόν των ξενοδοχείων. Η μίσθωση στοιχίζει 1 ή 1,5 δραχμή, ανάλογα με την απόσταση. Για μετάβαση στους σιδηροδρομικούς σταθμούς Λαρίσης και Πελοποννήσου, καθώς και στην Ακρόπολη, η χρέωση είναι 2 δραχμές (2,5 αν σας παραλάβει από το ξενοδοχείο). Ωριαία μίσθωση: το πρωί 3 δραχμές, το απόγευμα 4 δραχμές. Για όλη την ημέρα: 20 έως 30 δραχμές. Άμαξα πολυτελείας με δύο έως τέσσερα άλογα, 50 δραχμές η κούρσα».

Παράλληλα, λειτουργούσαν οι γραμμές του ηλεκτροκίνητου «τροχιοδρόμου», με διαφορετικές τιμές εισιτηρίων ανάλογα με το σημείο αποβίβασης. Για το πρώτο τμήμα της διαδρομής του τραμ η χρέωση ήταν 0,10 λεπτά, για το δεύτερο (μεγαλύτερης απόστασης) 0,15 λεπτά. Ο τουριστικός οδηγός σημείωνε επίσης ότι το εισιτήριο των 0,15 λεπτών έδινε τη δυνατότητα μετεπιβίβασης σε οποιοδήποτε άλλο τραμ διασταυρωνόταν με την γραμμή στην οποία κινούνταν ο επιβάτης. Οι κυριότερες γραμμές ήταν οι ακόλουθες: 1) Ακαδημία – Παλαιό και Νέο Φάληρο, με ενδιάμεσες στάσεις: Ανάκτορα, Ζάππειο, Μακρυγιάννη (στάση για όσους επιθυμούσαν να επισκεφθούν την Ακρόπολη), Γαργαρέττα, Σφαγεία, Καλλιθέα, Τζιτζιφιές, Ζωολογικός κήπος και πλαζ Νέου Φαλήρου. 2) Ομόνοια – Πατήσια, με ενδιάμεσες στάσεις σε οδό Πατησίων, Ινστιτούτο Παμπούκη (Λυσιατρείο), εκκλησία Αγίου Λουκά, Αλυσίδα (σήμερα Κυπριάδου). Προαιρετικές στάσεις γίνονταν στο Εθνολογικό και Αρχαιολογικό Μουσείο. 3) Ομόνοια – Αμπελόκηποι, με ενδιάμεσες στάσεις σε Εθνική Βιβλιοθήκη, Νομισματικό Μουσείο (τότε στεγαζόταν σε πτέρυγα της Ακαδημίας Αθηνών), οδό Ανχέσμου (σήμερα Βουκουρεστίου), κατοικία πρίγκηπα Νικολάου (σήμερα πρεσβεία της Ιταλίας), στρατώνες Πυροβολικού (γωνία Βασιλίσσης Σοφίας και Ρηγίλλης), νοσοκομείο Αρεταίειον, έπαυλη Θων (γωνία λεωφόρου Αλεξάνδρας και Κηφισίας). 4) Ιπποκράτους – Βοτανικός, με ενδιάμεσες στάσεις σε Ακαδημίας, πλατεία Συντάγματος, Μητροπόλεως, πλατεία Μοναστηρακίου, Ερμού, Ασωμάτων, Θερμοπυλών, Μεγάλου Αλεξάνδρου, Ιερά Οδό.

Ηλεκτροκίνηση τα χρόνια εκείνα δεν διέθεταν μόνο τα τραμ, αλλά και ο σιδηρόδρομος που συνέδεε τον Πειραιά με την Αθήνα –και τούμπαλιν. Οι ξένοι επισκέπτες που αφικνούνταν με ατμόπλοια στον Πειραιά, ανέβαιναν στην Αθήνα με τους συρμούς του Σιδηροδρόμου Αθηνών Πειραιώς. Το πρώτο δρομολόγιο πραγματοποιήθηκε το 1869, με ατμήλατο όχημα αρχικά. Το 1901 υπογράφηκε η σύμβαση που αφορούσε την παροχή ηλεκτρικού ρεύματος και έτσι στον Σ.Α.Π. προστέθηκε ένα αρχικό Η και έγινε ο Ηλεκτρικός που γνωρίζουμε. Οι πρώτες ηλεκτροκίνητες άμαξες είχαν παρεμφερή σχεδίαση με τις αντίστοιχες του Παρισινού μετρό, όπως σημείωνε με… εθνική υπερηφάνεια ο γαλλικός τουριστικός οδηγός, παραθέτοντας αναλυτικά τα δρομολόγια, τις στάσεις και τις τιμές των εισιτηρίων: «Αφετηρία από Πειραιά, τερματικός σταθμός στην πλατεία Ομονοίας. Ενδιάμεσοι σταθμοί: Φάληρο, Μοσχάτο, Φυλακείο Συγγρού, Θησείο, Μοναστηράκι. Αναχωρήσεις κάθε 15΄ (την περίοδο Νοεμβρίου – Μαΐου κάθε μισή ώρα). Έναρξη δρομολογίων στις 07:30, λήξη τα μεσάνυχτα. Τιμή εισιτηρίου 1ης θέσης 0,65 λεπτά, 2ης θέσης 0,45 λεπτά (μετ’ επιστροφής, αντιστοίχως, 1 δραχμή και 0,15 λεπτά, 0,80 λεπτά)». Ειδικές τιμές ίσχυαν για τη μετάβαση από Αθήνα σε Φάληρο, το «σημαντικότερο θέρετρο των Αθηναίων», όπως σημείωνε ο οδηγός, προσθέτοντας ότι το καλοκαίρι τετραπλασιαζόταν ο αριθμός των κατοίκων του: «Το εισιτήριο στοιχίζει 0,40 λεπτά, ή 0,30 λεπτά, αναλόγως της θέσης. Εισιτήριο με είσοδο στην πλαζ για μπάνιο 0,85 λεπτά και 0,65 λεπτά, αντιστοίχως. Τα εισιτήρια που αγοράζονται εντός του τρένου επιβαρύνονται με 0,15 λεπτά επιπλέον. Σε όλα τα εκδοτήρια μιλάνε γαλλικά».

Μία ακόμα επιλογή πρότεινε ο οδηγός για τις μετακινήσεις στην πόλη και σε μακρύτερες διαδρομές. Πιο φθηνή συγκριτικά με τα υπόλοιπα μεταφορικά μέσα και σίγουρα καλύτερη για τη σωματική άσκηση: τη χρήση ποδηλάτου. Το πρώτο ποδήλατο ήρθε στην Ελλάδα πολύ νωρίτερα. Σύμφωνα με μια εφημερίδα της εποχής, την «Αλήθεια», αυτό συνέβη το 1869 με πρώτους εισαγωγείς-ποδηλάτες τον βασιλιά Γεώργιο Α΄ και τον γιατρό και δήμαρχο Πειραιά, Παύλο Δαμαλά. Σε κάθε περίπτωση, το «περίεργον τούτο και δύσκολο άμα είδος παιδιάς και ταχυδρομίας» όπως σημείωνε η εφημερίδα, ήταν ήδη πολύ διαδεδομένο όταν εκδόθηκε ο τουριστικός οδηγός του Αντόλφ Ζοάν. Τόσο, ώστε να βρίσκει κανείς στις σελίδες του αρκετά καταστήματα που νοίκιαζαν ποδήλατα: «Για εκδρομές σε Φάληρο, Κηφισιά, Τατόι, Μαραθώνα, Λαύριο, Ελευσίνα: Μπέκος (πλατεία Βουλής 3), Godrich (Πανεπιστημίου 16), Βόλλας (Σίνα 12) κ.ά.. Τα ιδιωτικά ποδήλατα πληρώνουν μια αναγκαστική εισφορά στην αστυνομία για την λήψη αριθμού κυκλοφορίας».

(ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ)

(Εικονογράφηση: αρχείο Α. Μαλανδράκη)

ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: