Άλογο

Άλογο


Όπως της λύ­πης η ρομ­φαία μου λιά­νι­ζε τα σω­θι­κά, βγή­κα στην άγια νύ­χτα ν’ ανα­σά­νω.

Γύ­ρι­ζα στα χα­λά­σμα­τα δα­σω­μέ­να από αγριο­συ­κιές, σφε­ντά­μια κι άλ­λες σκιές ονεί­ρων.

Μαύ­ρες λα­μπύ­ρι­ζαν οι πέ­τρες στο φεγ­γά­ρι που έλιω­νε μιαν απέ­ρα­ντη απου­σία.

Όλα έτοι­μα να κλά­ψουν.

Ακού­στη­κε ο αρ­χαί­ος γκιώ­νης, ρο­λόι του με­σο­νυ­χτιού.

Σφίγ­γο­ντας τα δό­ντια έζη­σα. Κα­θώς αυ­τή την νύ­χτα στο έρη­μο χω­ριό του απο­χω­ρι­σμού.

Ρό­χθος λί­γο μα­κρύ­τε­ρα, η θά­λασ­σα της μνή­μης.

Τό­τε ήταν που εί­δα το άλο­γο να βό­σκει μαύ­ρο, λα­μπε­ρό, το υγρό κα­τά­μαυ­ρο χορ­τά­ρι.

Τί­να­ξε το κε­φά­λι, κα­ταρ­ρά­χτης το κύ­μα της χαί­της. Τα μά­τια του μα­γνή­της τρα­βού­σαν την ψυ­χή.

Δί­χως την σέλ­λα, δί­χως χα­λι­νά­ρι, χρε­μέ­τι­σε κι άνα­ψε ο τό­πος. Τρι­πό­δι­σε και χά­θη­κε καλ­πά­ζο­ντας

στις στρά­τες και στα καλ­ντε­ρί­μια.

Καλ­πά­ζο­ντας πα­ντο­τει­νά στο άδειο χω­ριό, στο αί­μα μου.

ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: