Διπρόσωπη Ανάγνωση

Διπρόσωπη Ανάγνωση


Σε κάθε τεύχος, ο Σάββας Παπαδόπουλος (ετών 20) και ο Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης (ετών 63) επιλέγουν, αναγιγνώσκουν και διατυπώνουν ο καθένας την προσωπική του απόκριση στα ίδια βιβλία. Άλλοτε ένα, άλλοτε δύο, άλλοτε περισσότερα. Άλλοτε ακούγοντας Βάγκνερ, άλλοτε ακούγοντας Μπαχ. Άλλοτε θύοντας στην αισθητική της σιωπής και στα μπλουζ της νικοτίνης.

David G. Marwell, «Μένγκελε — Το αληθινό πρόσωπο του “Αγγέλου του θανάτου“», Gutenberg 2022

Η φαντασία δημιουργεί την πραγματικότητα.
ΡΙΧΑΡΝΤ ΒΑΓΚΝΕΡ



Αν κάποιος ενσάρκωσε το αρχέτυπο του κακού στην σύγχρονη ιστορία και συγκεκριμένα στη σκοτεινή περίοδο του Τρίτου Ράιχ, αυτός ήταν σίγουρα ο Γιόζεφ Μένγκελε. Αποκαλούμενος, από τους τρόφιμους και τους επιζήσαντες του Άουσβιτς, «Άγγελος του Θανάτου», ο δήθεν άσπιλος, και ουσιαστικά άτεγκτος, γιατρός διάλεγε αδιάφορα με μια κίνηση του χεριού το επόμενο του θύμα για τα παρανοϊκά του πειράματα, ενώ με την ίδια ευκολία έστελνε σε θαλάμους αερίων εκείνους που δεν τον εξυπηρετούσαν.

Η μεταπολεμική απόδραση στη Νότια Αμερική και η συνεχής διαφυγή από τις αρχές κατέστησαν τον Μένγκελε έναν από τους πιο διαβόητους κακοποιούς που απασχόλησαν την κοινή γνώμη τον 20ό αιώνα.

«Κανένας άλλος στην Ιστορία», γράφει συγκεκριμένα ο David G. Marwell, ιστορικός και συγγραφέας του βιβλίου, «δεν είχε τόσες ελευθερίες σχετικά με την εκμετάλλευση ανθρώπων, όσο ο Γιόζεφ Μένγκελε».

Το όραμα του, που συνδύαζε αφενός την καταστροφή των εχθρών της αρίας φυλής και αφετέρου τη φυλετική καθαρότητα στη Γερμανία, οδήγησε σε μιαν άνευ προηγουμένου διαφθορά της ιατρικής δεοντολογίας, στην απανθρωπιά και σε ανελέητους πειραματισμούς πάνω σε ανθρώπους.

Στο βιβλίο αυτό, ο Marwell αντλώντας πληροφορίες από πρωτογενείς πηγές, αλλά και βασιζόμενος σε προσωπικά βιώματα, συνθέτει με ιδιαίτερα λογοτεχνικό τρόπο μια αριστουργηματική βιογραφία του Γιόζεφ Μένγκελε, ένα κείμενο αψεγάδιαστο από όλες τις απόψεις, που παρέχει όχι μόνο ιδιαίτερες προσωπικές λεπτομέρειες, αλλά και καλύπτει ταυτοχρόνως τις κρίσιμες ιστορικές περιόδους, ενώ παράλληλα περιγράφει αναλυτικά την σκληρή και μακροχρόνια προσπάθεια των αρχών να τον εντοπίσουν.

Αυτό που διαφοροποιεί την αφήγηση του συγγραφέα από τις προηγούμενες μελέτες είναι το γεγονός ότι ο συγκεκριμένος συμμετείχε ενεργά στις διαδικασίες ταυτοποίησης του Μένγκελε, και έτσι η γραφή του προσφέρει πλούσιο ρεπορτάζ από πρώτο χέρι για τις ατελείωτες έρευνες που διεξήχθησαν προκειμένου να συλληφθεί αλλά και σχετικά με την ταυτοποίηση των οστών του, όταν το 1985 ανακαλύφθηκαν από ερευνητές.

Σάββας Παπαδόπουλος


Διπρόσωπη Ανάγνωση


Πρέπει κανείς να γνωρίζει τους μηχανισμούς που κάνουν τους ανθρώπους ικανούς για παρόμοιες πράξεις, πρέπει να δείξει τους μηχανισμούς στους ίδιους τους ανθρώπους και να προσπαθήσει να εμποδίσει το να γίνουν κάποτε τέτοιου είδους άνθρωποι, εγείροντας μια γενική συνείδηση των εν λόγω μηχανισμών.
ΤΕΟΝΤΟΡ ΒΙΖΕΝΓΚΡΟΥΝΤ ΑΝΤΟΡΝΟ,
Η εκπαίδευση μετά το Άουσβιτς (μτφρ. Γιώργος Σαγκριώτης, εκδ. Νήσος)


α. Η μείζονος σημασίας συμβολή του τόμου Μένγκελε (άριστη η μετάφραση της Θεοδώρας Δαρβίρη, αξιέπαινη η έκδοση από τον οίκο Gutenberg) είναι ακριβώς η έρευνα για τους μηχανισμούς που αναφέρει ο Αντόρνο και η διαύγαση των τρόπων που οδηγούν στο αποτρόπαιο. Με δυναμική και ψύχραιμη επαξεργασία τεραστίου όγκου συλλεχθέντων δεδομένων, ο ιστορικός David G. Marwell (γεννημένος το 1951), ο οποίος διετέλεσε επικεφαλής ερευνητής του Υπουργείου Δικαιοσύνης των ΗΠΑ και διευθυντής του Κέντρου Τεκμηρίωσης Βερολίνου, έχοντας έτσι καίρια πρόσβαση στα αρχεία μελών του ναζιστικού κόμματος, συνθέτει τη βιογραφία του Μένγκελε. Μας ενημερώνει ότι ο Χίτλερ ζήτησε, στις 5 Απριλίου του 1933, να περάσει το ιατρικό επάγγελμα «με όλη του την ενέργεια» στο προσκήνιο του φυλετικού ζητήματος. Με την συγκατάθεση της ιατρικής, και των επιστημών εν γένει, στήνεται ο μηχανισμός του αδιανόητου βιομηχανικού θανάτου. Ο Γιόζεφ Μένγκελε (16.03.1911 - 07.02.1979) συμμετέχει υπερδραστήρια στον εν λόγω μηχανισμό, ανερχόμενος ταχέως στην ιεραρχία του ναζιστικού μορφώματος.

β. Ο Μένγκελε θα προβεί ανενδοίαστα και παγερά σε πειράματα επί διδύμων, σε οφθαλμολογικές μελέτες, σε νεκροψίες ανθρώπων που ο ίδιος οδήγησε στο θάνατο, σε συγκεντρώσεις δημογραφικών στοιχείων οικογενειών, σε τήρηση πρωτοκόλλων σχετικά με την φρικαλέα «επιστημονική» δραστηριότητά του στο Άουσβιτς. Μεγάλο μέρος του πονήματος του David G. Marwell εκθέτει τις μεθόδους του Μένγκελε και των συνεργατών του, εμμένοντας σε μια καθαρά αντικειμενική προσέγγιση και ανάλυση των τεκμηρίων, αφήνοντας στην άκρη περιττές ηθικολογίες. Κάτι που καθιστά το έργο ακόμα πιο πολύτιμο, καθώς έτσι, με οργανωμένη παράθεση και παρουσίαση των όσων έπραξε ο Μένγκελε στο διαβόητο στρατόπεδο, φανερώνεται η πραγματική φύση της επιχείρησής του. «Η πιο εκτεταμένη σειρά πειραμάτων στο Άουσβιτς αφορούσε την τελειοποίηση μιας μεθόδου αξιόπιστης και αποδοτικής, την οποία οι ναζί σχεδίαζαν να χρησιμοποιήσουν σε βάρος των Σλάβων, των αποκαλούμενων Mischlinge [μιγάδων], καθώς και άλλων», διαβάζουμε.

γ. Ονόματα και επαγγέλματα: κυνηγημένος πια, από τις τελευταίες ημέρες του πολέμου, καταζητούμενος και δραπέτης, ο Μένγκελε θα εμφανιστεί με ποικίλα ονόματα και θα ασκήσει ποικίλα επιτηδεύματα — η μοίρα του κρυμμένου και του φυγόδικου. Οι επιτροπές και οι ομάδες που αφοσιώθηκαν στον εντοπισμό του διαπίστωσαν ότι ο Μένγκελε, κατά καιρούς, έζησε ως Χέλμουτ Γκρέγκορ, Γκ. Χέλμουθ, Φριτς Ούλμαν, Φριτς Χόλμαν, Χοσέ Μένγκελε, Πέτερ Χόχμπιχλερ, Ερνστ Σεμπάστιαν Άλβες, Χοσέ Ασπιάζι, Λαρς Μπόλτροεμ, Φρίντριχ Έντλερ φον Μπράιτενχαμπ, Φριτς Φίσερ, Καρλ Γκέσκε, Λούντβιχ Γκρέγκορ, Στάνισλας Πρόσκι, Φάουστο Ρίντον, Φάουστο Ρόντον, Γκρέγκορ Σκλάστρο, Χάινς Στόμπερτ, δόκτωρ Ενρίκε Βόλμαν. Επίσης ότι εργάστηκε ως αγρεργάτης, μαραγκός, διαχειριστής αγροκτήματος, συγγραφέας (της μυθιστορηματικής αυτοβιογραφίας του, στα όρια ενός πομπώδους kitsch), πωλητής μιας συσκευής διανομής λιπάσματος, ενώ (τι ειρωνεία!) ίδρυσε στο Μπουένος Άιρες μια μικρή επιχείρηση με λίγους εργαζόμενους που κατασκεύαζε παιδικά ξύλινα παιχνίδια.

δ. Άλλο σημαντικό μέρος του πονήματος καταπιάνεται με όλες τις επίπονες, και ενίοτε παταγωδώς αποτυχημένες, προσπάθειες εντοπισμού και σύλληψης του Μένγκελε, τόσο από την Μοσάντ όσο και από την OSI, την Υπηρεσία Ειδικών Ερευνών του Υπουργείου Δικαιοσύνης των ΗΠΑ. Και εδώ, ο David G. Marwell παραμένει ανεπίληπτα αντικειμενικός και προσφέρει εκατοντάδες τεκμηριωμένες πληροφορίες. Κανένας μελοδραματισμός, καμία ηθικολογία, μόνο τα γεγονότα με κάποιους απαραίτητους σχολιασμούς. Οι προσπάθειες εντάθηκαν από τις 6 Φεβρουαρίου του 1985, ύστερα από ώθηση του Γενικού Εισαγγελέα των ΗΠΑ Γουίλιαμ Φρεντς Σμιθ και της δράσης/πίεσης του Κέντρου Σιμόν Βίζενταλ. Και ήταν τελεσφόρες. Αλλά ο Μένγκελε ήταν ήδη νεκρός. Πνίγηκε καθώς υπέστη εγκεφαλικό επεισόδιο ενόσω κολυμπούσε. Προσδιορίστηκε η ημερομηνία θανάτου του ως η 7η Φεβρουαρίου του 1979, και ύστερα από συντονισμένες έρευνεσες Γερμανών, Ισραηλινών και Αμερικανών ερευνητών ανακαλύφθηκε ο τάφος του, το 1985, και επικυρώθηκε η ταυτότητα του πτώματος. Αμφιβολίες σχετικά με την ταυτοποίηση σοβούσαν έως το 1992, οπόταν νέες τεχνικές αναγνώρισης του DNA εφαρμόστηκαν στην υπόθεση Μένγκελε και πλέον κατέστη απόλυτη η βεβαιότητα ότι δικός του ήταν ο σκελετός που βρέθηκε και εξετάστηκε.

ε. «Ο Μένγκελε», γράφει στον Επίλογο του έργου του ο David G. Marwell, «δεν μετάνιωσε και δεν εξέφρασε μεταμέλεια ούτε γράφοντας τα τελευταία λόγια της ζωής του. Η Weltanschauung του, η κοσμοθεωρία του, δεν είχε αλλάξει ιδιαίτερα από εκείνη την καλοκαιρινή ημέρα του 1944 που πηγαινοερχόταν στη ράμπα εισόδου του Άουσβιτς-Μπιρκενάου». Ιδού γιατί οφείλουμε να μελετάμε τέτοια πονήματα και να συνδυάζουμε την ανάγνωσή τους με εκείνη των φιλοσόφων που καταπιάστηκαν με το ζήτημα του ολοκληρωτισμού και του λεγόμενου αδιανόητου βιομηχανικού θανάτου. Κλείνοντας, ο λόγος και πάλι στον Αντόρνο: «Ακριβώς η ετοιμότητα να πάει κανείς με την εξουσία και να υποκλιθεί σε ό,τι είναι ισχυρότερο, ανάγοντάς το σε κανόνα, είναι ο τρόπος αντίληψης που διακρίνει τον τυραννικό άνθρωπο, ο οποίος δεν θα πρέπει να εμφανιστεί ξανά […] Η μόνη αληθινή δύναμη εναντίον της αρχής του Άουσβιτς θα ήταν η αυτονομία, αν επιτρέπεται να χρησιμοποιήσω την καντιανή έκφραση, η δύναμη για αναστοχασμό, για αυτοπροσδιορισμό, για μη συμμετοχή».

Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης




ΥΓ. Συνοδέψαμε την ανάγνωση του έργου του David G. Marwell με αυτή δύο μυθιστορημάτων. Πρόκεται για την Εξαφάνιση του Γιόζεφ Μένγκελε (μτφρ. Ευγενία Γραμματικοπούλου, εκδ. Κριτική) που υπογράφει ο δημοσιογράφος και συγγραφέας Ολιβιέ Γκεζ (Olivier Guez, Στρασβούργο, 1974) και Ο Κήπος του Μένγκελε (μτφρ. Μαρία Φακίνου, εκδ. Πατάκη) που υπογράφει η πρωτοεμφανιζόμενη Αφίνιτυ Κόναρ (Afinity Konar, Καλιφόρνια,1978). Γραμμένο με τη μορφή πολιτικού θρίλερ και σε ενεστώτα, το μυθιστόρημα Η εξαφάνιση του Γιόζεφ Μένγκελε παρακολουθεί τον επαίσχυντο βίο και την ελεεινή πολιτεία του «μηχανικού του Τρίτου Ράιχ», του «μαντατοφόρου του θανάτου», του διαβόητου Γιόζεφ Μένγκελε από τη στιγμή που διαφεύγει στην Αργεντινή έως το 1985 και την επίσημη πιστοποίηση του θανάτου του, έξι χρόνια μετά την τελευταία πνοή του. Βασισμένος σε μιαν εντυπωσιακή, καλά καταρτισμένη βιβλιογραφία, ο Γκεζ συνθέτει το βιβλίο του σαν μια σειρά ομιλούσες πολαρόιντ, σαν μια αυστηρά χρονολογική παρέλαση επεισοδίων της ζωής του Μένγκελε που φανερώνουν πολλά για τον αποτρόπαιο ψυχισμό του και την αμετανόητη προσήλωσή του στα ράκη μιας ολέθριας ιδεοληψίας. Γραμμένο ως σύνθεση δύο φωνών, το μυθιστόρημα Ο Κήπος του Μένγκελε παρακολουθεί τις φρικαλεότητες του Μένγκελε επί των θυμάτων του, μέσα από το βλέμμα των διδύμων και πανέξυπνων και ιδιαίτερα ευαίσθητων κοριτσιών Στάσα και Περλ. Η καθημερινή ζωή στο στρατόπεδο των πειραμάτων και του θανάτου, παρουσιάζεται ανάγλυφη με μια ιδιαίτερα επεξεργασμένη γλώσσα, με αφηγηματική δεινότητα, και πρόσφορα λογοτεχνικά τεχνάσματα, που ενίοτε φτάνουν σε λυρικές εκλάμψεις μέσα από τις οποίες αντιπαρατίθεται το παλλόμενο και αείζωο Καλό απέναντι στο στυγερό, στυγνό, και ευτυχώς πάντα παροδικό και προορισμένο να αφανιστεί Κακό.

ΓΙΜ & ΣΠ

ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: