Στιγμιότοποι, 3

Ιβηρικά σύνορα

CACERES 4 km, Κάθερες, Ισπανία

Είχα χάσει το τρένο. Δεν μπορούσα να περιμένω το επόμενο, θα έφτανα κατόπιν εορτής. Αποφάσισα να πάω με ωτοστόπ στη Μαδρίτη. Ήξερα πως στα πρώτα διόδια έξω από τη Λισσαβώνα περνούσαν πάντα πολλά φορτηγά. Πήγα. Με πήρε ένας Βάσκος. Με κατέβασε σε ένα μοτέλ της συμφοράς, κοντά στα σύνορα με την Ισπανία, λίγο μετά τα μεσάνυχτα. Ήθελε να κοιμηθεί δυο τρεις ώρες και να το βγάλει σερί ως τη Γένοβα. Αποφάσισα να μην περιμένω. Βρήκα γρήγορα άλλο φορτηγό. Δεν πρόλαβα να δω την προέλευσή του στις πινακίδες. Ο οδηγός δεν καταλάβαινε λέξη αγγλικά. Ούτε ισπανικά, πορτογαλικά ή κάποια άλλη σχετικά οικεία σε μένα γλώσσα. Μου μίλαγε όμως ακατάσχετα σε έντονο ύφος συνοδευόμενο από ερωτηματικούς μορφασμούς. Ένιωθα αναγκασμένος να απαντώ σε κάθε μορφασμό. Σα να το απαιτούσε, σα να μου το επέβαλλε (ή έτσι ένιωθα). Απαντούσα, αναγκαστικά, με ένα yes ή ένα no. Αυτός, αδιαφορώντας, συνέχιζε ακάθεκτος. Σε μια στιγμή πλησίασε επικίνδυνα το πρόσωπό του στο δικό μου — φοβήθηκα· δεν κοίταζε το δρόμο και τρέχαμε. Με πολύ πιο έντονο και παθιασμένο τώρα ύφος έκανε μια ακόμα ερώτηση. Ένιωσα πιο ακίνδυνο να απαντήσω με ένα yes. (Δεν ξέρω τι συνέπειες θα είχε ένα nο). Όμως, μετά από την απάντησή μου το μάτι του θόλωσε. Πέρασε αστραπιαία το δεξί του χέρι από μπροστά μου για να ανοίξει την πόρτα δεξιά μου. Με ένα απότομο δυνατό χτύπημα με πέταξε στο δρόμο. Δεν κατάλαβα ποτέ το γιατί.
Δεν είχα χτυπήσει σοβαρά. Κοίταξα γύρω μου. Μες στη μαύρη νύχτα ένα διερχόμενο αυτοκίνητο φώτισε μια πινακίδα: Cáceres 2 km. Αποφάσισα να το κάνω με τα πόδια.

Προς ακρόαση:

Κοντά στο Φιγέρας, Ζιρόνα, Ισπανία

Ξύπνησα λίγο πριν το Φιγέρας. Κοιμόμουν μιάμιση ώρα περίπου. Από τότε που είχα μπει στο τρένο στη Βιλανόβα ι λα Ζελτρού, για να πάω στο Πορτμπού, στα γαλλικά σύνορα. Περνώντας από το Φιγέρας, με το μουσείο Νταλί. Θυμήθηκα τον «ψύλλο» που μου είχε χαρίσει ο φίλος μου Σέρζι στη Βιλανόβα ι λα Ζελτρού, αποχαιρετώντας με τα χαράματα μετά από μια νύχτα κραιπάλης. Τι «ψύλλο» δηλαδή, ολόκληρο κοτρώνι ήταν. Αδύνατον να περάσω με αυτό τα σύνορα. (Η Ισπανία δεν ήταν ακόμη στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα, υπήρχε έλεγχος). Ναι, θα κάπνιζα κάνα μπάφο επισκεπτόμενος το μουσείο στο Φιγέρας –  το είχα σκεφτεί αυτό πριν αποκοιμηθώ. Και το υπόλοιπο; Η μάνα μου έλεγε πως ήταν μεγάλη αμαρτία να πετάξουμε φαγητό ή πιοτό. (Και κάθε λογής ουσίες, σκεφτόμουν όταν την άκουγα).
Έκανα μια βόλτα στο τρένο να δω ποιον θα μπορούσα να προσκαλέσω για να το μοιραστώ. Είδα τρεις νεαρές Ιταλίδες. Τις έκοψα. Κάτι μέσα μου μού έλεγε ναι, κάτι μού έλεγε όχι. Τελικά πλησίασα και τους έκανα την πρόταση να κατεβούμε στο Φιγέρας και να επισκεφτούμε μαζί το μουσείο –δεν μπορεί, θα το ήξεραν– έχοντας καπνίσει κάνα μπάφο. Κέρασμα από μένα. Με στραβοκοίταξαν και μου είπαν πως δε γουστάρουν το καμάκι. Άρχιζα να φορτώνω. (Οι νέοι θυμώνουν εύκολα άμα νιώθουν πως αδικούνται.) Μα δεν είχαν φοβερό θράσος; Γιατί δε θα τις έλεγες όμορφες για την ηλικία τους. Επ’ ουδενί. Ειδικά δε αυτή που μου απάντησε εκ μέρους όλων τους ήταν σαν ανάποδο γαμώτο! Τι είχε νομίσει δηλαδή; Το ξανασκέφτηκα όμως, αποφασισμένος να αποφύγω πάση θυσία την αμαρτία (κατά τη μάνα μου). Τους πρότεινα να τους δώσω ένα κομμάτι μαύρο και να επισκεφτούν μόνες τους το μουσείο. Άκουσα κάτι σαν «βα φανκούλο» και απομακρύνθηκα εσπευσμένα. «Φεμινίστριες», σκέφτηκα.

Βγήκα στο Φιγέρας. Έστριψα ένα τσιγάρο και απόλαυσα το μουσείο. Ό,τι έμεινε από τον «ψύλλο» το άφησα με τρόπο στο κυλικείο του μουσείου, δίπλα στο πιατάκι με τα τιπς. Ουφ, ξεφόρτωσα! Ο νεαρός που σέρβιρε –κρίνοντας από φάτσα και στιλ– θα το (εκ)τιμούσε. (Κάτι τέτοιο έπρεπε να είχα κάνει εξαρχής). Έφυγα με το επόμενο τρένο. Μπαίνοντας τις είδα να μπαίνουν και αυτές. Είχαν κάνει και αυτές στάση στο Φιγέρας! Σκέφτηκα: γιατί δεν τις είδα στο μουσείο;
Στο έλεγχο στο Πορτμπού, είδα από το παράθυρο πως η ισπανική αστυνομία είχε κατεβάσει και τις τρεις τους από το τρένο, το οποίο έφυγε χωρίς αυτές. Σε γαλλικό πια έδαφος, άκουσα τον Iσπανό κύριο απέναντί μου στο κουπέ να λέει στη συνοδό του πως είχαν πιάσει κάτι Ιταλίδες με μεγάλη ποσότητα ναρκωτικών.
Καρφωτή, σκέφτηκα. Και τις σκέφτηκα, τρυφερά.

ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: